τριξός: Difference between revisions
From LSJ
Ὁ πολὺς ἄκρατος ὀλίγ' ἀναγκάζει φρονεῖν → Multum meracum pauca sapere nos facit → Nur wenig denken lässt viel ungemischter Wein
(4b) |
(nl) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''τριξός:''' ион. = [[τρισσός]]. | |elrutext='''τριξός:''' ион. = [[τρισσός]]. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=τριξός -ή -όν Ion. voor τριττός. | |||
}} | }} |
Revision as of 09:08, 1 January 2019
English (LSJ)
ή, όν, Ion. for τρισσός, Hdt.1.171, al.
Greek (Liddell-Scott)
τριξός: -ή, -όν, Ἰων. ἀντὶ τρισσός, εἰς τριξὰ χωρία Ἡρόδ. 1. 171. 9. 86· οὕτω, διξὸς ἀντὶ δισσός. - Ἴδε Κόντου Φιλολογικὰ Ποικίλα ἐν Ἀθηνᾶς τόμ. Α΄, 46.
French (Bailly abrégé)
ή, όν :
ion. c. τρισσός.
Greek Monolingual
-ή, -όν, Α
ιων. τ. βλ. τρισσός.
Greek Monotonic
τριξός: -ή, -όν, Ιων. αντί τρισσός.
Russian (Dvoretsky)
τριξός: ион. = τρισσός.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
τριξός -ή -όν Ion. voor τριττός.