κάλλαϊς: Difference between revisions

From LSJ

ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶνforgive us our trespasses

Source
(18)
(1b)
Line 15: Line 15:
{{grml
{{grml
|mltxt=και [[κάλαϊς]], η (Α [[κάλλαϊς]] και [[κάλαϊς]])<br />[[πολύτιμος]] [[λίθος]] γλαυκοπράσινου χρώματος<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>(ορυκτ.)</b> [[ορυκτό]] άμορφο με [[χρώμα]] γαλάζιο ή πράσινο, κν. [[περουζές]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[κόκορας]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Βλ. λ. [[καλάινος]]].
|mltxt=και [[κάλαϊς]], η (Α [[κάλλαϊς]] και [[κάλαϊς]])<br />[[πολύτιμος]] [[λίθος]] γλαυκοπράσινου χρώματος<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>(ορυκτ.)</b> [[ορυκτό]] άμορφο με [[χρώμα]] γαλάζιο ή πράσινο, κν. [[περουζές]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[κόκορας]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Βλ. λ. [[καλάινος]]].
}}
{{etym
|etymtx=-ιδος<br />Grammatical information: f.<br />Meaning: <b class="b2">blue-green stone, turquoise</b> (Plin.)<br />See also: s. [[καλάϊνος]].
}}
}}

Revision as of 01:40, 3 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κάλλαϊς Medium diacritics: κάλλαϊς Low diacritics: κάλλαϊς Capitals: ΚΑΛΛΑΪΣ
Transliteration A: kállaïs Transliteration B: kallais Transliteration C: kallais Beta Code: ka/llai+s

English (LSJ)

   A v. κάλα-.

French (Bailly abrégé)

c. κάλαϊς.

Greek Monolingual

και κάλαϊς, η (Α κάλλαϊς και κάλαϊς)
πολύτιμος λίθος γλαυκοπράσινου χρώματος
νεοελλ.
(ορυκτ.) ορυκτό άμορφο με χρώμα γαλάζιο ή πράσινο, κν. περουζές
αρχ.
κόκορας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. καλάινος].

Frisk Etymological English

-ιδος
Grammatical information: f.
Meaning: blue-green stone, turquoise (Plin.)
See also: s. καλάϊνος.