Λάμπος: Difference between revisions

From LSJ

ἀνὴρ ἀπειργασμένος καλὸς κἀγαθός → a perfect gentleman

Source
(5)
(1ba)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''Λάμπος:''' ὁ, ένα από τα άλογα της Ηούς, ο Λαμπρός, σε Ομήρ. Οδ.
|lsmtext='''Λάμπος:''' ὁ, ένα από τα άλογα της Ηούς, ο Λαμπρός, σε Ομήρ. Οδ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[Λάμπος]], ὁ,<br />one of the horses of [[Aurora]], [[bright]], Od.
}}
}}

Revision as of 03:15, 10 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Λάμπος Medium diacritics: Λάμπος Low diacritics: Λάμπος Capitals: ΛΑΜΠΟΣ
Transliteration A: Lámpos Transliteration B: Lampos Transliteration C: Lampos Beta Code: *la/mpos

English (LSJ)

ὁ, one of the horses of Eos, Bright, Od.23.246; cf. Φαέθων.

Greek (Liddell-Scott)

Λάμπος: ὁ, εἷς τῶν ἵππων τῆς Ἠοῦς, = ὁ Λαμπρός, Ὀδ. Ψ. 246· πρβλ. Φαέθων.

English (Autenrieth)

(1) son of Laomedon, father of the Trojan Dolops, Il. 3.147, Il. 15.526.—(2) name of one of the steeds of Eos, Od. 23.246.—(3) one of Hector's horses, Il. 8.185.

Greek Monotonic

Λάμπος: ὁ, ένα από τα άλογα της Ηούς, ο Λαμπρός, σε Ομήρ. Οδ.

Middle Liddell

Λάμπος, ὁ,
one of the horses of Aurora, bright, Od.