Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

μαλαγάνα: Difference between revisions

From LSJ

Φιλοκαλοῦμέν τε γὰρ μετ' εὐτελείας καὶ φιλοσοφοῦμεν ἄνευ μαλακίας → Our love of what is beautiful does not lead to extravagance; our love of the things of the mind does not makes us soft.

Τhucydides, 2.40.1
(24)
 
m (Text replacement - ">" to ">")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η, και μολαγάνας, ο<br />αυτός που προσπαθεί να επιτύχει τον σκοπό του με κολακείες και με προσποιητή [[αγάπη]], ο [[γαλίφης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> ισπ. <i>malagana</i>. Ο τ. <i>μαλαγάνας</i> <span style="color: red;"><</span> [[μαλαγάνα]], με [[αλλαγή]] γένους (<b>[[πρβλ]].</b> [[μάγκα]] &GT; [[μάγκας]])].
|mltxt=η, και μολαγάνας, ο<br />αυτός που προσπαθεί να επιτύχει τον σκοπό του με κολακείες και με προσποιητή [[αγάπη]], ο [[γαλίφης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> ισπ. <i>malagana</i>. Ο τ. <i>μαλαγάνας</i> <span style="color: red;"><</span> [[μαλαγάνα]], με [[αλλαγή]] γένους (<b>[[πρβλ]].</b> [[μάγκα]] > [[μάγκας]])].
}}
}}

Revision as of 15:20, 15 January 2019

Greek Monolingual

η, και μολαγάνας, ο
αυτός που προσπαθεί να επιτύχει τον σκοπό του με κολακείες και με προσποιητή αγάπη, ο γαλίφης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ισπ. malagana. Ο τ. μαλαγάνας < μαλαγάνα, με αλλαγή γένους (πρβλ. μάγκα > μάγκας)].