θερμοπώλιον: Difference between revisions
Ἐμπειρία γὰρ τῆς ἀπειρίας κρατεῖ → Inscitiam etenim vincit experientia → Erfahrung überwindet Unerfahrenheit
mNo edit summary |
mNo edit summary |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=thermopolion | |Transliteration C=thermopolion | ||
|Beta Code=qermopw/lion | |Beta Code=qermopw/lion | ||
|Definition=τό, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> [[cook-shop]], in Lat. form [[thermopolium]], Plaut. <span class="title">Curc.</span>292, <span class="title">Trin.</span>1013, but θερμοπωλεῖον is expld. by [[lupinarium]], Gloss.</span> | |Definition=τό, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> [[cook-shop]], in Lat. form [[thermopolium]], Plaut. <span class="title">Curc.</span>292, <span class="title">Trin.</span>1013, but [[θερμοπωλεῖον]] is expld. by [[lupinarium]], Gloss.</span> | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 20:48, 25 January 2020
English (LSJ)
τό,
A cook-shop, in Lat. form thermopolium, Plaut. Curc.292, Trin.1013, but θερμοπωλεῖον is expld. by lupinarium, Gloss.
German (Pape)
[Seite 1202] τό, Ort, wo warme Getränke verkauft werden, Plaut.
Greek (Liddell-Scott)
θερμοπώλιον: τὸ, μαγειρεῖον, καπηλεῖον, παρὰ Πλαύτ. Curc. 2. 3, 13, Trin. 4. 3, 6.
Greek Monolingual
θερμοπώλιον, τὸ (Α)
μαγειρείο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θερμ(ο)- + -πώλιον (< -πώλης < πωλώ), πρβλ. αρτο-πώλιον, παντο-πώλιον].
Wikipedia EN
In the ancient Greco-Roman world, a thermopolium (plural thermopolia), from Greek θερμοπώλιον (thermopōlion), i.e. cook-shop, literally "a place where (something) hot is sold", was a commercial establishment where it was possible to purchase ready-to-eat food. The forerunner of today's restaurant, the items served at the thermopolia are sometimes compared to modern fast food. These places were mainly used by the poor or those who simply could not afford a private kitchen, sometimes leading them to be scorned by the upper class.
Wikipedia EL
Κατά την διάρκεια της Αρχαιότητας, το θερμοπωλείο (πληθυντικός θερμοπωλεία) ήταν κατάστημα ταχείας εστίασης. Σερβίρονταν ζεστά γεύματα (στα ελληνικά, θερμός σημαίνει « ζεστός » και πωλείο «πουλάω»), καθώς και ποτά (κρασιά, ζεστό νερό, εμποτισμένο ή όχι). Επρόκειτο για μικρό κατάστημα ιδιαίτερα δημοφιλές, τύπου ταβέρνας, με, μεταξύ άλλων, τον περίφημο πάγκο σε σχήμα L, συμπαγές λίθινο τμήμα το οποίο εμπεριείχε πήλινα δοχεία, ενώ ήταν καλυμμένο από πλάκες μαρμάρου.
Τα καταστήματα αυτά προσέφεραν μια υπηρεσία εστίασης και ποτού σε όσους δεν είχαν την οικονομική ευχέρεια ή την διάθεση για μαγείρεμα, σε ενοικιαστές και υπενοικιαστές, ταξιδιώτες, ξένους και γηγενείς. Η πελατεία αυτή, σεμνής και, σε ορισμένες περιπτώσεις, ύποπτης προέλευσης, τους έδωσε σχετικά κακή φήμη. Ο Πλαύτος για παράδειγμα εξεγείρει έναν εκ των χαρακτήρων του ενάντια των Ελλήνων που φέρουν μανδύες και των σκλάβων ληστών που έρχονται να μεθύσουν χάρη στην λεία των κλοπών τους, στα καταστήματα αυτά.