κιονηδόν: Difference between revisions
From LSJ
Τὶ δὲ σὺ διά τὸν Θεὸν δύνασαι ἀρνηθῆναι; Οἷον δὲ μέτρον ἀγάπης τῶν ἀγαπώντων σε ἐστί; (Χρύσανθος Καταπόδης, Σχολὴ Ζωῆς) → ?
(20) |
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=kionidon | |Transliteration C=kionidon | ||
|Beta Code=kionhdo/n | |Beta Code=kionhdo/n | ||
|Definition=Adv., (κίων) <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> | |Definition=Adv., (κίων) <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> [[like a pillar]], <b class="b3">γράφειν κ</b>., i.e. in verticallines from top to bottom, Sch.D.T.<span class="bibl">pp.183,191</span> H.</span> | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 10:20, 1 July 2020
English (LSJ)
Adv., (κίων)
A like a pillar, γράφειν κ., i.e. in verticallines from top to bottom, Sch.D.T.pp.183,191 H.
German (Pape)
[Seite 1441] nach Säulenart, γράφεται, B. A. p. 787, 24.
Greek (Liddell-Scott)
κῑονηδόν: ἐπίρρ. (κίων) «γράφεται κιονηδόν, δίκην κίονος· ἤτοι παραλλήλως κατὰ γραμμὴν» Α. Β. 787, 24.
Greek Monolingual
κιονηδόν (Α)
επίρρ.
1. σαν κίονας
2. φρ. «γράφω κιονηδόν» — γράφω σε κάθετες γραμμές, γράφω από πάνω προς τα κάτω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. κιον- (του κίων) + επιρρμ. κατάλ. -ηδόν (που δηλώνει τρόπο), πρβλ. βαθμ-ηδόν, κλιμακ-ηδόν].