συνοικοδεσποτία: Difference between revisions
From LSJ
ῥᾴδιον φθείρειν φαρμακεύσεσιν ἢ ἀποτροπαῖς ἢ καὶ κλοπαῖς → easy to spoil by means of sorcery or diverting or theft
(40) |
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=synoikodespotia | |Transliteration C=synoikodespotia | ||
|Beta Code=sunoikodespoti/a | |Beta Code=sunoikodespoti/a | ||
|Definition=ἡ, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> | |Definition=ἡ, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> [[joint predominance]], <span class="bibl">Ptol.<span class="title">Tetr.</span>39</span>, <span class="bibl">Vett.Val.164.28</span>.</span> | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ἡ, Α [[συνοικοδεσπότης]]<br /><b>(αοτρολ.)</b> (για πλανήτη) η [[μαζί]] με άλλον πλανήτη [[κατοχή]] του ίδιου οίκου, της ίδιας θέσης του ζωδιακού κύκλου. | |mltxt=ἡ, Α [[συνοικοδεσπότης]]<br /><b>(αοτρολ.)</b> (για πλανήτη) η [[μαζί]] με άλλον πλανήτη [[κατοχή]] του ίδιου οίκου, της ίδιας θέσης του ζωδιακού κύκλου. | ||
}} | }} |
Revision as of 13:25, 1 July 2020
English (LSJ)
ἡ,
A joint predominance, Ptol.Tetr.39, Vett.Val.164.28.
Greek Monolingual
ἡ, Α συνοικοδεσπότης
(αοτρολ.) (για πλανήτη) η μαζί με άλλον πλανήτη κατοχή του ίδιου οίκου, της ίδιας θέσης του ζωδιακού κύκλου.