ἀπόδειπνος: Difference between revisions

From LSJ

δυσφορέω περὶ τὰς ἀναστάσιας → feel ill on getting up

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀπόδειπνος''': -ον, «[[ἄδειπνος]]» Ἡσύχ. ΙΙ. ἀπόδειπνον, τό, παρὰ μεταγεν. Ἐκκλ. ἡ [[μετὰ]] τὸ [[δεῖπνον]] [[ἀκολουθία]], completorium, [[ὡσαύτως]] ἀποδείπνιον.
|lstext='''ἀπόδειπνος''': -ον, «[[ἄδειπνος]]» Ἡσύχ. ΙΙ. ἀπόδειπνον, τό, παρὰ μεταγεν. Ἐκκλ. ἡ μετὰ τὸ [[δεῖπνον]] [[ἀκολουθία]], completorium, [[ὡσαύτως]] ἀποδείπνιον.
}}
}}
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ον [[que no ha cenado]] Hsch.
|dgtxt=-ον [[que no ha cenado]] Hsch.
}}
}}

Revision as of 12:50, 20 April 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπόδειπνος Medium diacritics: ἀπόδειπνος Low diacritics: απόδειπνος Capitals: ΑΠΟΔΕΙΠΝΟΣ
Transliteration A: apódeipnos Transliteration B: apodeipnos Transliteration C: apodeipnos Beta Code: a)po/deipnos

English (LSJ)

ον, A = ἄδειπνος, Hsch.

German (Pape)

[Seite 300] vom Essen herkommend; = ἄδειπνος Hesych.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπόδειπνος: -ον, «ἄδειπνος» Ἡσύχ. ΙΙ. ἀπόδειπνον, τό, παρὰ μεταγεν. Ἐκκλ. ἡ μετὰ τὸ δεῖπνον ἀκολουθία, completorium, ὡσαύτως ἀποδείπνιον.

Spanish (DGE)

-ον que no ha cenado Hsch.