ἄραγμα: Difference between revisions

From LSJ

Τὶ δὲ σὺ διά τὸν Θεὸν δύνασαι ἀρνηθῆναι; Οἷον δὲ μέτρον ἀγάπης τῶν ἀγαπώντων σε ἐστί; (Χρύσανθος Καταπόδης, Σχολὴ Ζωῆς) → ?

Source
m (LSJ1 replacement)
m (Text replacement - "<br /><br />" to "<br />")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ματος, τό<br /><br /><b class="num">• Prosodia:</b> [ᾰ]<br /><b class="num">1</b> [[acción de golpear]] τυμπάνων E.<i>Cyc</i>.205.<br /><b class="num">2</b> medic. [[fractura]] Sor.<i>Fract</i>.156.22.<br /><br /><b class="num">• Etimología:</b> Cf. [[ἀράσσω]].
|dgtxt=-ματος, τό<br /><b class="num">• Prosodia:</b> [ᾰ]<br /><b class="num">1</b> [[acción de golpear]] τυμπάνων E.<i>Cyc</i>.205.<br /><b class="num">2</b> medic. [[fractura]] Sor.<i>Fract</i>.156.22.<br /><b class="num">• Etimología:</b> Cf. [[ἀράσσω]].
}}
}}
{{grml
{{grml

Revision as of 08:59, 20 July 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἄραγμα Medium diacritics: ἄραγμα Low diacritics: άραγμα Capitals: ΑΡΑΓΜΑ
Transliteration A: áragma Transliteration B: aragma Transliteration C: aragma Beta Code: a)/ragma

English (LSJ)

ατος, τό, = ἀραγμός (clashing, clattering, rattling, crashing shower, beating), τυμπάνων ἄ. E. Cyc. 205. = κάταγμα, Sor. Fract. 10.

German (Pape)

[Seite 343] τό, das tönende Schlagen, τυμπάνων Eur. Cycl. 203.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
• Prosodia: [ᾰ]
1 acción de golpear τυμπάνων E.Cyc.205.
2 medic. fractura Sor.Fract.156.22.
• Etimología: Cf. ἀράσσω.

Greek Monolingual

το (Α ἄραγμα)
νεοελλ.
(για πλοία) προσόρμηση, αγκυροβολιά
αρχ.
χτύπος, θόρυβος από σύγκρουση.

Greek Monotonic

ἄραγμα: -ατος, τό (ἀράσσω), = το επόμ. τυμπάνων ἄραγμα, σε Ευρ.

Russian (Dvoretsky)

ἄραγμα: ατος (ᾰρ) τό бряцание (τυμπάνων Eur.).

Middle Liddell

ἀράσσω = ἀραγμός
τυμπάνων ἄρ. Eur.