ευρωπός: Difference between revisions

From LSJ

νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖινgodly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet

Source
(15)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[εὐρωπός]], -ή, -όν (ΑΜ)<br />[[ευρύς]] («ἐν εὐρωποῑσιν ἁλὸς λαγόνεσσι», Οππ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ευρυ</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>ωπος</i> <span style="color: red;"><</span> -<i>ωψ</i>, -<i>ωπος</i> εκτεταμ. βαθμ. <i>ωπ</i>- της ρίζας <i>οπ</i>- (<b>[[πρβλ]].</b> <i>όπωπα</i>)].
|mltxt=[[εὐρωπός]], -ή, -όν (ΑΜ)<br />[[ευρύς]] («ἐν εὐρωποῑσιν ἁλὸς λαγόνεσσι», Οππ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ευρυ</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>ωπος</i> <span style="color: red;"><</span> -<i>ωψ</i>, -<i>ωπος</i> εκτεταμ. βαθμ. <i>ωπ</i>- της ρίζας <i>οπ</i>- ([[πρβλ]]. <i>όπωπα</i>)].
}}
}}

Revision as of 08:58, 23 August 2021

Greek Monolingual

εὐρωπός, -ή, -όν (ΑΜ)
ευρύς («ἐν εὐρωποῑσιν ἁλὸς λαγόνεσσι», Οππ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευρυ- + -ωπος < -ωψ, -ωπος εκτεταμ. βαθμ. ωπ- της ρίζας οπ- (πρβλ. όπωπα)].