κοντυλομάχαιρο: Difference between revisions
From LSJ
οὐ δικαίως θάνατον ἔχθουσιν βροτοί, ὅσπερ μέγιστον ῥῦμα τῶν πολλῶν κακῶν → unjustly men hate death, which is the greatest defence against their many ills | men are not right in hating death, which is the greatest succour from our many ills
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $3$5, $8$10") |
|||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=και [[κονδυλομάχαιρο]], το (Μ [[κονδυλομάχαιρο]][ν]<br />[[μαχαιράκι]] για το [[ξύσιμο]] κοντυλιού ή μολυβιού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κοντύλι]] <span style="color: red;">+</span> [[μαχαίρι]] ([[πρβλ]]. | |mltxt=και [[κονδυλομάχαιρο]], το (Μ [[κονδυλομάχαιρο]][ν]<br />[[μαχαιράκι]] για το [[ξύσιμο]] κοντυλιού ή μολυβιού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κοντύλι]] <span style="color: red;">+</span> [[μαχαίρι]] ([[πρβλ]]. [[τραπεζομάχαιρο]], [[χασαπομάχαιρο]])]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 18:35, 23 August 2021
Greek Monolingual
και κονδυλομάχαιρο, το (Μ κονδυλομάχαιρο[ν]
μαχαιράκι για το ξύσιμο κοντυλιού ή μολυβιού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κοντύλι + μαχαίρι (πρβλ. τραπεζομάχαιρο, χασαπομάχαιρο)].