κορυνθεύς: Difference between revisions
From LSJ
ταῦτα δὲ ἔδει ποιῆσαι κἀκεῖνα μὴ ἀφιέναι → these things should have been done without neglecting the others | these are the things you should have done without neglecting the others | these ought ye to have done, and not to leave the other undone
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[κορυνθεύς]], -έως, ὁ (Α)<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> α) «[[κόφινος]], [[κάλαθος]]» β. «[[ἀλεκτρυών]]», [[πετεινός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κόρυς]], -<i>υθ</i>-<i>ος</i> <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>εύς</i> ([[πρβλ]]. | |mltxt=[[κορυνθεύς]], -έως, ὁ (Α)<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> α) «[[κόφινος]], [[κάλαθος]]» β. «[[ἀλεκτρυών]]», [[πετεινός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κόρυς]], -<i>υθ</i>-<i>ος</i> <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>εύς</i> ([[πρβλ]]. [[γραμματεύς]], [[γραφεύς]]) με [[ανάπτυξη]] έρρινου στοιχείου -<i>ν</i>- προ του -<i>θ</i>-, όπως ακριβώς και το [[κόρυνθος]]. | ||
}} | }} |
Revision as of 18:35, 23 August 2021
English (LSJ)
έως, ὁ, A basket, Hsch. II cock, Id.
Greek (Liddell-Scott)
κορυνθεύς: -έως, ὁ, «κόφινος, κάλαθος» Ἡσύχ. ΙΙ. «ἀλεκτρυών», ὁ αὐτ.
Greek Monolingual
κορυνθεύς, -έως, ὁ (Α)
(κατά τον Ησύχ.) α) «κόφινος, κάλαθος» β. «ἀλεκτρυών», πετεινός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κόρυς, -υθ-ος + κατάλ. -εύς (πρβλ. γραμματεύς, γραφεύς) με ανάπτυξη έρρινου στοιχείου -ν- προ του -θ-, όπως ακριβώς και το κόρυνθος.