θαλαμωτός: Difference between revisions
From LSJ
πᾶσα σοφία παρὰ Κυρίου καὶ μετ᾿ αὐτοῦ ἐστιν εἰς τὸν αἰῶνα → all wisdom comes from the Lord, she is with him for ever
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\]), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])" to "πρβλ. $3$5, $8$10") |
|||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ή, -ό<br /><b>1.</b> αυτός που μοιάζει με θάλαμο, ο [[θαλαμοειδής]]<br /><b>2.</b> ο διαιρεμένος σε θαλάμους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[θάλαμος]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -[[ωτός]] ([[πρβλ]]. | |mltxt=-ή, -ό<br /><b>1.</b> αυτός που μοιάζει με θάλαμο, ο [[θαλαμοειδής]]<br /><b>2.</b> ο διαιρεμένος σε θαλάμους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[θάλαμος]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -[[ωτός]] ([[πρβλ]]. [[αλυσιδωτός]], [[ραβδωτός]]). Η λ. μαρτυρείται από το 1856 στο <i>Γαλλοελληνικόν</i> και <i>Ελληνογαλλικόν Λεξικόν</i> του Σκαρλά του Δ. Βυζαντίου]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 07:30, 24 August 2021
Greek Monolingual
-ή, -ό
1. αυτός που μοιάζει με θάλαμο, ο θαλαμοειδής
2. ο διαιρεμένος σε θαλάμους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θάλαμος + κατάλ. -ωτός (πρβλ. αλυσιδωτός, ραβδωτός). Η λ. μαρτυρείται από το 1856 στο Γαλλοελληνικόν και Ελληνογαλλικόν Λεξικόν του Σκαρλά του Δ. Βυζαντίου].