κομβοθηλεία: Difference between revisions
From LSJ
Μηδέποτε πειρῶ δύο φίλων εἶναι κριτής → Ne recipe amicos inter arbitrium duos → Versuche nie, zu schlichten zweier Freunde Streit
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=komvothileia | |Transliteration C=komvothileia | ||
|Beta Code=komboqhlei/a | |Beta Code=komboqhlei/a | ||
|Definition=ἡ, | |Definition=ἡ, [[buckle]], Sch.<span class="bibl">E.<span class="title">Hec.</span>1170</span>; cf. [[κομποθήλυκα]]. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[κομβοθηλεία]], ἡ (Α)<br />[[πόρπη]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. εμφανίζει ως α' συνθετικό τον τ. [[κόμβος]] και ως β' συνθετικό το επίθ. [[θῆλυς]]. | |mltxt=[[κομβοθηλεία]], ἡ (Α)<br />[[πόρπη]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. εμφανίζει ως α' συνθετικό τον τ. [[κόμβος]] και ως β' συνθετικό το επίθ. [[θῆλυς]]. | ||
}} | }} |
Revision as of 02:10, 24 August 2022
English (LSJ)
ἡ, buckle, Sch.E.Hec.1170; cf. κομποθήλυκα.
Greek Monolingual
κομβοθηλεία, ἡ (Α)
πόρπη.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. εμφανίζει ως α' συνθετικό τον τ. κόμβος και ως β' συνθετικό το επίθ. θῆλυς.