cultivo: Difference between revisions
From LSJ
κρείσσων γὰρ ἦσθα μηκέτ' ὢν ἢ ζῶν τυφλός → thou wert better not alive, than living blind | you were better not alive, than living blind
mNo edit summary |
mNo edit summary |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{esel | {{esel | ||
|sltx= | |sltx=[[ἀγωγή]], [[ἀναγωγή]], [[ἀνατροφή]], [[γεωργία]], [[ἐκτροφή]], [[ἐλαιοκομία]], [[ἐξεργασία]], [[ἐπιτήδευσις]], [[ἡμερότης]], [[ἡμέρωσις]], [[θεραπεία]], [[θεραπηΐη]], [[καλλιεργία]], [[κατεργασία]], [[φυτουργία]] | ||
}} | }} |
Revision as of 11:12, 2 September 2022
Spanish > Greek
ἀγωγή, ἀναγωγή, ἀνατροφή, γεωργία, ἐκτροφή, ἐλαιοκομία, ἐξεργασία, ἐπιτήδευσις, ἡμερότης, ἡμέρωσις, θεραπεία, θεραπηΐη, καλλιεργία, κατεργασία, φυτουργία