διαυλωνισμός: Difference between revisions

From LSJ
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
Line 9: Line 9:
|Beta Code=diaulwnismo/s
|Beta Code=diaulwnismo/s
|Definition=οῦ, ὁ, [[passage of wind through a narrow opening]], <span class="bibl">Eust.1107.63</span>.
|Definition=οῦ, ὁ, [[passage of wind through a narrow opening]], <span class="bibl">Eust.1107.63</span>.
}}
{{DGE
|dgtxt=-οῦ, ὁ<br />[[paso a través de una abertura]] ὁ τῶν πνευμάτων ἀνακαμπτικὸς δ. Eust.1107.63.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 15: Line 18:
{{ls
{{ls
|lstext='''διαυλωνισμός''': -οῦ, ὁ, [[δίοδος]] διὰ μέσου στενοῦ ἀνοίγματος, Εὐστ. 1107. 63.
|lstext='''διαυλωνισμός''': -οῦ, ὁ, [[δίοδος]] διὰ μέσου στενοῦ ἀνοίγματος, Εὐστ. 1107. 63.
}}
{{DGE
|dgtxt=-οῦ, ὁ<br />[[paso a través de una abertura]] ὁ τῶν πνευμάτων ἀνακαμπτικὸς δ. Eust.1107.63.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[διαυλωνισμός]], ο (Μ)<br />[[δίοδος]] ανέμου [[μέσα]] από στενό [[πέρασμα]].
|mltxt=[[διαυλωνισμός]], ο (Μ)<br />[[δίοδος]] ανέμου [[μέσα]] από στενό [[πέρασμα]].
}}
}}

Revision as of 11:00, 1 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διαυλωνισμός Medium diacritics: διαυλωνισμός Low diacritics: διαυλωνισμός Capitals: ΔΙΑΥΛΩΝΙΣΜΟΣ
Transliteration A: diaulōnismós Transliteration B: diaulōnismos Transliteration C: diavlonismos Beta Code: diaulwnismo/s

English (LSJ)

οῦ, ὁ, passage of wind through a narrow opening, Eust.1107.63.

Spanish (DGE)

-οῦ, ὁ
paso a través de una abertura ὁ τῶν πνευμάτων ἀνακαμπτικὸς δ. Eust.1107.63.

German (Pape)

[Seite 609] ὁ, πνευμάτων ἀνακαμπτικός, Eust.

Greek (Liddell-Scott)

διαυλωνισμός: -οῦ, ὁ, δίοδος διὰ μέσου στενοῦ ἀνοίγματος, Εὐστ. 1107. 63.

Greek Monolingual

διαυλωνισμός, ο (Μ)
δίοδος ανέμου μέσα από στενό πέρασμα.