ἀπαιτητής: Difference between revisions

From LSJ

Καὶ ζῶνφαῦλος καὶ θανὼν κολάζεται → Vivisque mortuisque poena instat malis → Der Schlechte wird im Leben und im Tod bestraft

Menander, Monostichoi, 294
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
Line 9: Line 9:
|Beta Code=a)paithth/s
|Beta Code=a)paithth/s
|Definition=οῦ, ὁ, [[tax-gatherer]], PAmh.2.72, <span class="bibl"><span class="title">POxy.</span>514.1</span> (ii A.D.), etc.
|Definition=οῦ, ὁ, [[tax-gatherer]], PAmh.2.72, <span class="bibl"><span class="title">POxy.</span>514.1</span> (ii A.D.), etc.
}}
{{DGE
|dgtxt=-οῦ, ὁ<br />[[cobrador de impuestos]] ἀ. ... Ἑρμοπολ(ίτου) <i>PAmh</i>.2.72.1, σιτολόγοι ἤται (<i>sic</i>) ἀ. ... κώμης Καρανίδος <i>PN.York</i> 3.2 (IV d.C.), ἀ. σι(τικῶν) φόρων <i>POxy</i>.514.1 (II d.C.), <i>PCol</i>.137.19 (IV d.C.).
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀπαιτητής''': -οῦ, ὁ, [[φορολόγος]], [[εἰσπράκτωρ]], Γρηγ. Νύσσ. τ. 2, σ. 237Β.
|lstext='''ἀπαιτητής''': -οῦ, ὁ, [[φορολόγος]], [[εἰσπράκτωρ]], Γρηγ. Νύσσ. τ. 2, σ. 237Β.
}}
{{DGE
|dgtxt=-οῦ, ὁ<br />[[cobrador de impuestos]] ἀ. ... Ἑρμοπολ(ίτου) <i>PAmh</i>.2.72.1, σιτολόγοι ἤται (<i>sic</i>) ἀ. ... κώμης Καρανίδος <i>PN.York</i> 3.2 (IV d.C.), ἀ. σι(τικῶν) φόρων <i>POxy</i>.514.1 (II d.C.), <i>PCol</i>.137.19 (IV d.C.).
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ο (Α [[ἀπαιτητής]])<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που έχει [[απαίτηση]], [[αξίωση]] για [[κάτι]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[συλλέκτης]] φόρων, [[φοροεισπράκτορας]].
|mltxt=ο (Α [[ἀπαιτητής]])<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που έχει [[απαίτηση]], [[αξίωση]] για [[κάτι]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[συλλέκτης]] φόρων, [[φοροεισπράκτορας]].
}}
}}

Revision as of 13:44, 1 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπαιτητής Medium diacritics: ἀπαιτητής Low diacritics: απαιτητής Capitals: ΑΠΑΙΤΗΤΗΣ
Transliteration A: apaitētḗs Transliteration B: apaitētēs Transliteration C: apaititis Beta Code: a)paithth/s

English (LSJ)

οῦ, ὁ, tax-gatherer, PAmh.2.72, POxy.514.1 (ii A.D.), etc.

Spanish (DGE)

-οῦ, ὁ
cobrador de impuestos ἀ. ... Ἑρμοπολ(ίτου) PAmh.2.72.1, σιτολόγοι ἤται (sic) ἀ. ... κώμης Καρανίδος PN.York 3.2 (IV d.C.), ἀ. σι(τικῶν) φόρων POxy.514.1 (II d.C.), PCol.137.19 (IV d.C.).

Greek (Liddell-Scott)

ἀπαιτητής: -οῦ, ὁ, φορολόγος, εἰσπράκτωρ, Γρηγ. Νύσσ. τ. 2, σ. 237Β.

Greek Monolingual

ο (Α ἀπαιτητής)
νεοελλ.
αυτός που έχει απαίτηση, αξίωση για κάτι
αρχ.
συλλέκτης φόρων, φοροεισπράκτορας.