Βορεάς: Difference between revisions
κῶς ταῦτα βασιλέϊ ἐκχρήσει περιυβρίσθαι → how will it be good enough for the king to be insulted with these things
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-άδος<br /><b class="num">• Alolema(s):</b> [[Βορειάς]] Orph.<i>A</i>.738, Nonn.<i>D</i>.37.121, 38.406<br />adj. fem.<br /><b class="num">1</b> [[boreal]], [[del Norte]] ἀήτα B.17.91, πνοαί A.<i>Fr</i>.195, αὔρη Nonn.<i>D</i>.37.121, νύσση Nonn.<i>D</i>.38.406.<br /><b class="num">2</b> subst. ἡ Β. [[Boréade]], [[hija de Boreas]] ref. a Cleopatra, S.<i>Ant</i>.985, Orph.l.c. | |dgtxt=-άδος<br /><b class="num">• Alolema(s):</b> [[Βορειάς]] Orph.<i>A</i>.738, Nonn.<i>D</i>.37.121, 38.406<br />adj. fem.<br /><b class="num">1</b> [[boreal]], [[del Norte]] ἀήτα B.17.91, πνοαί A.<i>Fr</i>.195, αὔρη Nonn.<i>D</i>.37.121, νύσση Nonn.<i>D</i>.38.406.<br /><b class="num">2</b> subst. ἡ Β. [[Boréade]], [[hija de Boreas]] ref. a Cleopatra, S.<i>Ant</i>.985, Orph.l.c. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=άδος (ἡ) :<br />la fille de Borée.<br />'''Étymologie:''' [[Βορέας]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''Βορεάς''': Ἰων. [[Βορειάς]], Ποιητ. [[Βορηιάς]], άδος, ἡ, [[θυγάτηρ]] τοῦ Βορέου, Σοφ. Ἀντ. 985· [[ὡσαύτως]] Βορηίς, ίδος, Νόνν. Δ. 33. 211. ΙΙ. [[καθόλου]] ὡς θηλ. ἐπίθ., βορεία, ἐκ τοῦ βορρᾶ ἐρχομένη, πνοαὶ Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 195. | |lstext='''Βορεάς''': Ἰων. [[Βορειάς]], Ποιητ. [[Βορηιάς]], άδος, ἡ, [[θυγάτηρ]] τοῦ Βορέου, Σοφ. Ἀντ. 985· [[ὡσαύτως]] Βορηίς, ίδος, Νόνν. Δ. 33. 211. ΙΙ. [[καθόλου]] ὡς θηλ. ἐπίθ., βορεία, ἐκ τοῦ βορρᾶ ἐρχομένη, πνοαὶ Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 195. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml |
Revision as of 19:25, 1 October 2022
English (LSJ)
poet. Βορειάς and Βορηϊάς, άδος, ἡ,
A Boread, daughter of Boreas, S.Ant.985 (lyr.), Orph.A.738:—also Βορηΐς, ΐδος, Nonn.D. 33.211.
II as fem. Adj., northern, πνοαί A.Fr.195.
Spanish (DGE)
-άδος
• Alolema(s): Βορειάς Orph.A.738, Nonn.D.37.121, 38.406
adj. fem.
1 boreal, del Norte ἀήτα B.17.91, πνοαί A.Fr.195, αὔρη Nonn.D.37.121, νύσση Nonn.D.38.406.
2 subst. ἡ Β. Boréade, hija de Boreas ref. a Cleopatra, S.Ant.985, Orph.l.c.
French (Bailly abrégé)
άδος (ἡ) :
la fille de Borée.
Étymologie: Βορέας.
Greek (Liddell-Scott)
Βορεάς: Ἰων. Βορειάς, Ποιητ. Βορηιάς, άδος, ἡ, θυγάτηρ τοῦ Βορέου, Σοφ. Ἀντ. 985· ὡσαύτως Βορηίς, ίδος, Νόνν. Δ. 33. 211. ΙΙ. καθόλου ὡς θηλ. ἐπίθ., βορεία, ἐκ τοῦ βορρᾶ ἐρχομένη, πνοαὶ Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 195.
Greek Monolingual
Βορεάς (-άδος) και Βορειάς και Βορηιάς, η (Α) Βορέας
1. η κόρη του Βορρά
2. ως επίθ. (για την πνοή του ανέμου) αυτή που έρχεται από τον βορρά.
Greek Monotonic
Βορεάς: Ιων. Βορειάς, ποιητ. Βορηϊάς, -άδος, ἡ, κόρη του Βορέα, Βορεάδα, σε Σοφ.
Russian (Dvoretsky)
Βορεάς: άδος adj. f северная (πνοαί Aesch.).
άδος ἡ Бореада, дочь Борея, т. е. Κλεοπάτρα (внучка Эрехтея) Soph.