χοροστάτης: Difference between revisions

From LSJ

προγράψαντες οὖν τά τε θεωρήματα καὶ τὰ ἐπιτάγματα τὰ χρεῖαν ἔχοντα εἰς τὰς ἀποδείξιας αὐτῶν μετὰ ταῦτα γραψοῦμές τοι τὰ προκείμενα → having therefore written at the beginning the theorems and the postulates that are necessary for their proofs, we will then write out for you the propositions

Source
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1367.png Seite 1367]] ὁ, der den Chor, den Reigentanz anstellt, anführt, Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1367.png Seite 1367]] ὁ, der den Chor, den Reigentanz anstellt, anführt, Sp.
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />celui qui forme un chœur de danse.<br />'''Étymologie:''' [[χορός]], [[ἵστημι]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''χοροστάτης''': [ᾰ], -ου, ὁ, ὁ τὸν χορὸν ἱστάς, ὁ χοροστατῶν, ὁ τοῦ χοροῦ ἐξάρχων ἢ κατάρχων, Ἱμέρ. 9. 3, Ἰουλιαν. 421Α. Ἐντεῦθεν ἐπίθ. χοροστατικός, ή, όν, ἡ χ. Ρήτορες (Walz) τ. 9. 196.
|lstext='''χοροστάτης''': [ᾰ], -ου, ὁ, ὁ τὸν χορὸν ἱστάς, ὁ χοροστατῶν, ὁ τοῦ χοροῦ ἐξάρχων ἢ κατάρχων, Ἱμέρ. 9. 3, Ἰουλιαν. 421Α. Ἐντεῦθεν ἐπίθ. χοροστατικός, ή, όν, ἡ χ. Ρήτορες (Walz) τ. 9. 196.
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />celui qui forme un chœur de danse.<br />'''Étymologie:''' [[χορός]], [[ἵστημι]].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=και δωρ. τ. χοροστάτας, ό, θηλ. [[χοροστάτις]], -ιδος, Α<br />αυτός που οδηγεί τον χορό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[χορός]] <span style="color: red;">+</span> -[[στάτης]] (<span style="color: red;"><</span> θ. <i>στα</i>- του [[ἵστημι]]), <b>πρβλ.</b> <i>πυρο</i>-[[στάτης]]].
|mltxt=και δωρ. τ. χοροστάτας, ό, θηλ. [[χοροστάτις]], -ιδος, Α<br />αυτός που οδηγεί τον χορό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[χορός]] <span style="color: red;">+</span> -[[στάτης]] (<span style="color: red;"><</span> θ. <i>στα</i>- του [[ἵστημι]]), <b>πρβλ.</b> <i>πυρο</i>-[[στάτης]]].
}}
}}

Revision as of 11:15, 2 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χοροστάτης Medium diacritics: χοροστάτης Low diacritics: χοροστάτης Capitals: ΧΟΡΟΣΤΑΤΗΣ
Transliteration A: chorostátēs Transliteration B: chorostatēs Transliteration C: chorostatis Beta Code: xorosta/ths

English (LSJ)

[ᾰ], Dor. χορο-στάτας, ου, ὁ, leader of a chorus, IG12(2).645.36 (Nesus, iv B. C.), Him.Or.9.3, Jul.Ep.186:—fem. χορο-στάτις, ἡ, Alcm.23.84.

German (Pape)

[Seite 1367] ὁ, der den Chor, den Reigentanz anstellt, anführt, Sp.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
celui qui forme un chœur de danse.
Étymologie: χορός, ἵστημι.

Greek (Liddell-Scott)

χοροστάτης: [ᾰ], -ου, ὁ, ὁ τὸν χορὸν ἱστάς, ὁ χοροστατῶν, ὁ τοῦ χοροῦ ἐξάρχων ἢ κατάρχων, Ἱμέρ. 9. 3, Ἰουλιαν. 421Α. Ἐντεῦθεν ἐπίθ. χοροστατικός, ή, όν, ἡ χ. Ρήτορες (Walz) τ. 9. 196.

Greek Monolingual

και δωρ. τ. χοροστάτας, ό, θηλ. χοροστάτις, -ιδος, Α
αυτός που οδηγεί τον χορό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χορός + -στάτης (< θ. στα- του ἵστημι), πρβλ. πυρο-στάτης].