ἄμμες: Difference between revisions

From LSJ

οὐαὶ δὲ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί → woe unto you scribes and Pharisees hypocrites

Source
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=v. [[ἐγώ]].
|dgtxt=v. [[ἐγώ]].
}}
{{bailly
|btext=<i>épq. c.</i> [[ἡμεῖς]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἄμμες''': παλ. Αἰολ., Δωρ. καὶ Ἐπ. ἀντὶ [[ἡμεῖς]], Ὅμ.
|lstext='''ἄμμες''': παλ. Αἰολ., Δωρ. καὶ Ἐπ. ἀντὶ [[ἡμεῖς]], Ὅμ.
}}
{{bailly
|btext=<i>épq. c.</i> [[ἡμεῖς]].
}}
}}
{{Autenrieth
{{Autenrieth

Revision as of 14:10, 2 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἄμμες Medium diacritics: ἄμμες Low diacritics: άμμες Capitals: ΑΜΜΕΣ
Transliteration A: ámmes Transliteration B: ammes Transliteration C: ammes Beta Code: a)/mmes

English (LSJ)

Aeol. and Ep. for ἡμεῖς: acc. ἄμμε: gen. ἀμμέων: dat. ἄμμι (ἄμμιν); Hom., etc.; ἄμμεσιν, Alc.100.

Spanish (DGE)

v. ἐγώ.

French (Bailly abrégé)

épq. c. ἡμεῖς.

Greek (Liddell-Scott)

ἄμμες: παλ. Αἰολ., Δωρ. καὶ Ἐπ. ἀντὶ ἡμεῖς, Ὅμ.

English (Autenrieth)

see ἡμεῖς.

Greek Monolingual

ἅμμες (Α)
αιολικός και δωρικός τύπος της αντωνυμίας ἡμεῖς (ονομ. πληθ. του ἐγώ).

Greek Monotonic

ἄμμες: Αιολ. αντί ἡμεῖς, ονομ. πληθ. του ἐγώ.

Russian (Dvoretsky)

ἄμμες: эп.-эол.-дор. = ἡμεῖς.