γλωττίζω: Difference between revisions

From LSJ

γράμματα στικτὰ οὐ ποιήσετε ἐν ὑμῖν· ἐγώ εἰμι κύριος ὁ θεὸς ὑμῶν → you shall not make tattooed signs on yourselves; I am your Lord God

Source
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 12: Line 12:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=[[besar lascivamente]] γλωττίζει, κνίζει, περιλαμβάνει <i>AP</i> 5.129 (Autom.).
|dgtxt=[[besar lascivamente]] γλωττίζει, κνίζει, περιλαμβάνει <i>AP</i> 5.129 (Autom.).
}}
{{elru
|elrutext='''γλωττίζω:''' целоваться «[[с язычком]]» Anth.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 18: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[γλωττίζω]] (Α) [[γλώττα]]<br />[[δίνω]] ρουφηχτό [[φιλί]] στο [[στόμα]] προβάλλοντας τη [[γλώσσα]].
|mltxt=[[γλωττίζω]] (Α) [[γλώττα]]<br />[[δίνω]] ρουφηχτό [[φιλί]] στο [[στόμα]] προβάλλοντας τη [[γλώσσα]].
}}
{{elru
|elrutext='''γλωττίζω:''' целоваться «[[с язычком]]» Anth.
}}
}}

Revision as of 12:35, 3 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: γλωττίζω Medium diacritics: γλωττίζω Low diacritics: γλωττίζω Capitals: ΓΛΩΤΤΙΖΩ
Transliteration A: glōttízō Transliteration B: glōttizō Transliteration C: glottizo Beta Code: glwtti/zw

English (LSJ)

kiss lasciviously, bill, snog AP5.128 (Autom.).

Spanish (DGE)

besar lascivamente γλωττίζει, κνίζει, περιλαμβάνει AP 5.129 (Autom.).

Russian (Dvoretsky)

γλωττίζω: целоваться «с язычком» Anth.

Greek (Liddell-Scott)

γλωττίζω: φιλῶ διὰ τῆς γλώσσης μετ’ ἀσελγείας, ὡς αἱ περιστεραί, Ἀνθ. Π. 5. 129· ἴδε καταγλωττίζω.

Greek Monolingual

γλωττίζω (Α) γλώττα
δίνω ρουφηχτό φιλί στο στόμα προβάλλοντας τη γλώσσα.