Διομήδειος: Difference between revisions
μήτε τέχνῃ μήτε μηχανῇ μηδεμιᾷ θάνατον ἐκείνων τῶν ἀνδρῶν καταψηφίσησθε → let neither art nor craft induce you to condemn those men
m (Text replacement - "<br /><br />" to "<br />") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru\n\|elrutext.*}}\n)" to "$3$1$2") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{elru | |||
|elrutext='''Διομήδειος:''' и 2 диомедов: Διομηδεία (v. l. [[Διομήδεια]]) [[νῆσος]] Arst. Диомедов остров (близ Апулии); [[Διομήδεια]] [[ἀνάγκη]] погов. Arph., Plat. диомедово принуждение (намек на царя племени бистонов во Фракии Диомеда, см. [[Διομήδης]] 2, который вынуждал своих пленников сожительствовать с его дочерьми). | |||
}} | |||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''Διομήδειος''': -α, -ον, ὁ ἀνήκων ἢ [[ὅμοιος]] τῷ Διομήδει, ἡ Διομήδεια λεγομένη [[ἀνάγκη]], δηλ. [[ἀπόλυτος]], [[ἄφυκτος]] [[ἀνάγκη]], Πλάτ. Πολ. 493D, πρβλ. Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 1029 (περὶ τοῦ τύπου πρβλ. [[Ἀδράστεια]], Πολυδεύκεια, κτλ.), -παρομία ποικίλως ἑρμηνευομένη, ἴδε Σουΐδ. καὶ Παροιμιογρ. ([[ἔνθα]] [[Διομήδειος]] [[ἀνάγκη]]) καὶ Κόντ. ἐν Σωκράτ. Α. σ. 305. | |lstext='''Διομήδειος''': -α, -ον, ὁ ἀνήκων ἢ [[ὅμοιος]] τῷ Διομήδει, ἡ Διομήδεια λεγομένη [[ἀνάγκη]], δηλ. [[ἀπόλυτος]], [[ἄφυκτος]] [[ἀνάγκη]], Πλάτ. Πολ. 493D, πρβλ. Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 1029 (περὶ τοῦ τύπου πρβλ. [[Ἀδράστεια]], Πολυδεύκεια, κτλ.), -παρομία ποικίλως ἑρμηνευομένη, ἴδε Σουΐδ. καὶ Παροιμιογρ. ([[ἔνθα]] [[Διομήδειος]] [[ἀνάγκη]]) καὶ Κόντ. ἐν Σωκράτ. Α. σ. 305. | ||
Line 7: | Line 10: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''Διομήδειος:''' -α, -ον, αυτός που ανήκει ή είναι όμοιος με το Διομήδη· ἡ [[Διομήδεια]] λεγομένη [[ἀνάγκη]], δηλ. απόλυτη, μοιραία, αναπόφευκτη [[ανάγκη]], σε Πλάτ. | |lsmtext='''Διομήδειος:''' -α, -ον, αυτός που ανήκει ή είναι όμοιος με το Διομήδη· ἡ [[Διομήδεια]] λεγομένη [[ἀνάγκη]], δηλ. απόλυτη, μοιραία, αναπόφευκτη [[ανάγκη]], σε Πλάτ. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=[[Διομήδειος]], η, ον <i>adj</i><br />of or like [[Diomedes]], ἡ [[Διομήδεια]] λεγομένη [[ἀνάγκη]], i. e. [[absolute]], [[fatal]] [[necessity]], Plat. | |mdlsjtxt=[[Διομήδειος]], η, ον <i>adj</i><br />of or like [[Diomedes]], ἡ [[Διομήδεια]] λεγομένη [[ἀνάγκη]], i. e. [[absolute]], [[fatal]] [[necessity]], Plat. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 18:15, 6 October 2022
Russian (Dvoretsky)
Διομήδειος: и 2 диомедов: Διομηδεία (v. l. Διομήδεια) νῆσος Arst. Диомедов остров (близ Апулии); Διομήδεια ἀνάγκη погов. Arph., Plat. диомедово принуждение (намек на царя племени бистонов во Фракии Диомеда, см. Διομήδης 2, который вынуждал своих пленников сожительствовать с его дочерьми).
Greek (Liddell-Scott)
Διομήδειος: -α, -ον, ὁ ἀνήκων ἢ ὅμοιος τῷ Διομήδει, ἡ Διομήδεια λεγομένη ἀνάγκη, δηλ. ἀπόλυτος, ἄφυκτος ἀνάγκη, Πλάτ. Πολ. 493D, πρβλ. Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 1029 (περὶ τοῦ τύπου πρβλ. Ἀδράστεια, Πολυδεύκεια, κτλ.), -παρομία ποικίλως ἑρμηνευομένη, ἴδε Σουΐδ. καὶ Παροιμιογρ. (ἔνθα Διομήδειος ἀνάγκη) καὶ Κόντ. ἐν Σωκράτ. Α. σ. 305.
Spanish (DGE)
-α, -ον
• Morfología: [-ος, -ον Clearch.68, Str.2.5.20, 5.1.9, Hsch.]
de Diomedes, diomedeo
1 Δ. ἀνάγκη prov. obligación forzosa, fatal Ar.Ec.1029, Pl.R.493d, Clearch.l.c., Hsch., Sud., Δ. ἔπος Sud., Diomedias praeteribo aues en las que se convirtieron los compañeros de Diomedes, Plin.HN 10.126.
2 geog., plu. ref. a las islas del Adriático hoy llamadas Tremiti αἱ Διομήδειοι νῆσοι Str.ll.cc., αἱ Διομήδειαι νῆσοι Artem.Eph.Geog.45, δύο νῆσοι Διομήδειαι Str.6.3.9, Διομήδειαι νῆσοι εʹ Ptol.Geog.3.1.69, (tb. como subst. sg. Διομήδεια q.u.).
Greek Monotonic
Διομήδειος: -α, -ον, αυτός που ανήκει ή είναι όμοιος με το Διομήδη· ἡ Διομήδεια λεγομένη ἀνάγκη, δηλ. απόλυτη, μοιραία, αναπόφευκτη ανάγκη, σε Πλάτ.
Middle Liddell
Διομήδειος, η, ον adj
of or like Diomedes, ἡ Διομήδεια λεγομένη ἀνάγκη, i. e. absolute, fatal necessity, Plat.