Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

καταράκτης: Difference between revisions

From LSJ

Θεὸν σέβου καὶ πάντα πράξεις εὐθέως (ἐνθέως) → Verehre Gott und alles schaffst du auf der Stell (gotterfüllt) → Verehre Gott, sogleich hast du durchweg Erfolg

Menander, Monostichoi, 229
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
m (pape replacement)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[καταράκτης]], ὁ (Α)<br /><b>βλ.</b> [[καταρράκτης]].
|mltxt=[[καταράκτης]], ὁ (Α)<br /><b>βλ.</b> [[καταρράκτης]].
}}
{{pape
|ptext=[[varia lectio|v.l.]] für [[καταρράκτης]].
}}
}}

Revision as of 16:58, 24 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: καταράκτης Medium diacritics: καταράκτης Low diacritics: καταράκτης Capitals: ΚΑΤΑΡΑΚΤΗΣ
Transliteration A: kataráktēs Transliteration B: kataraktēs Transliteration C: kataraktis Beta Code: katara/kths

English (LSJ)

v. καταρράκτης.

Russian (Dvoretsky)

καταράκτης: = καταρράκτης I.

Greek (Liddell-Scott)

κατᾰράκτης: κατᾰρακτικός, κατᾰρακτικῶς, ἴδε καταρράκτης, καταρρακτικός, καταρρακτικῶς.

Greek Monolingual

καταράκτης, ὁ (Α)
βλ. καταρράκτης.

German (Pape)

v.l. für καταρράκτης.