ἀμφελικτός: Difference between revisions

From LSJ

τὸ κηρύκειον ἢ τὴν μάχαιραν → peace or the sword

Source
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (pape replacement)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀμφελικτός:''' -όν, ποιητ. αντί <i>ἀμφιέλ-</i>, κουλουριασμένος, τυλιγμένος, σε Ευρ.
|lsmtext='''ἀμφελικτός:''' -όν, ποιητ. αντί <i>ἀμφιέλ-</i>, κουλουριασμένος, τυλιγμένος, σε Ευρ.
}}
{{pape
|ptext=<i>[[ringsumwunden]]</i>, Eur. <i>Herc.F</i>. 399.
}}
}}

Revision as of 17:02, 24 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀμφελικτός Medium diacritics: ἀμφελικτός Low diacritics: αμφελικτός Capitals: ΑΜΦΕΛΙΚΤΟΣ
Transliteration A: ampheliktós Transliteration B: ampheliktos Transliteration C: amfeliktos Beta Code: a)mfelikto/s

English (LSJ)

ον, poet. for ἀμφιελικτός, coiled round, E. HF 398.

Spanish (DGE)

v. ἀμφιέλικτος.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
roulé autour.
Étymologie: ἀμφελίσσω.

Greek Monotonic

ἀμφελικτός: -όν, ποιητ. αντί ἀμφιέλ-, κουλουριασμένος, τυλιγμένος, σε Ευρ.

German (Pape)

ringsumwunden, Eur. Herc.F. 399.