εὐπεριαίρετος: Difference between revisions

From LSJ

Γυνὴ τὸ σύνολόν ἐστι δαπανηρὸν φύσει → Natura fecit sumptuosas feminas → Es ist die Frau durchaus kostspielig von Natur

Menander, Monostichoi, 97
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (pape replacement)
Line 15: Line 15:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[εὐπεριαίρετος]], -ον (Α)<br />(για φλοιό) αυτός που αφαιρείται [[γύρω]] [[γύρω]] εύκολα, που ξεφλουδίζεται εύκολα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ευ</i> <span style="color: red;">+</span> <i>περι</i>-[[αιρετός]] (<span style="color: red;"><</span> <i>περι</i>-[[αιρώ]])].
|mltxt=[[εὐπεριαίρετος]], -ον (Α)<br />(για φλοιό) αυτός που αφαιρείται [[γύρω]] [[γύρω]] εύκολα, που ξεφλουδίζεται εύκολα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ευ</i> <span style="color: red;">+</span> <i>περι</i>-[[αιρετός]] (<span style="color: red;"><</span> <i>περι</i>-[[αιρώ]])].
}}
{{pape
|ptext=<i>[[leicht]] [[ringsum]] [[wegzunehmen]]</i>, [[φλοιός]], Theophr.
}}
}}

Revision as of 17:10, 24 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εὐπεριαίρετος Medium diacritics: εὐπεριαίρετος Low diacritics: ευπεριαίρετος Capitals: ΕΥΠΕΡΙΑΙΡΕΤΟΣ
Transliteration A: euperiaíretos Transliteration B: euperiairetos Transliteration C: efperiairetos Beta Code: eu)periai/retos

English (LSJ)

ον, easily stripped off, φλοιός Thphr.HP5.1.1.

Greek (Liddell-Scott)

εὐπεριαίρετος: -ον, εὐκόλως ἀφαιρούμενος, τότε γὰρ εὐπεριαίρετος ὁ φλοιὸς Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 5. 1, 1· πρβλ. δυσπεριαίρετος αὐτόθι.

Greek Monolingual

εὐπεριαίρετος, -ον (Α)
(για φλοιό) αυτός που αφαιρείται γύρω γύρω εύκολα, που ξεφλουδίζεται εύκολα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + περι-αιρετός (< περι-αιρώ)].

German (Pape)

leicht ringsum wegzunehmen, φλοιός, Theophr.