κοτυληδονώδης: Difference between revisions

From LSJ

Ψευδὴς διαβολὴ τὸν βίον λυμαίνεται → Vitam dissociat mentiens calumnia → Verlogene Verleumdung bringt dem Leben Schmach

Menander, Monostichoi, 553
mNo edit summary
m (pape replacement)
Line 15: Line 15:
{{grml
{{grml
|mltxt=ες (Α [[κοτυληδονώδης]], -ώδες) [[κοτυληδών]]<br /><b>1.</b> αυτός που μοιάζει με [[κοτυληδόνα]]<br /><b>2.</b> [[γεμάτος]] κοτυληδόνες.
|mltxt=ες (Α [[κοτυληδονώδης]], -ώδες) [[κοτυληδών]]<br /><b>1.</b> αυτός που μοιάζει με [[κοτυληδόνα]]<br /><b>2.</b> [[γεμάτος]] κοτυληδόνες.
}}
{{pape
|ptext=ες, <i>wie ein Saugnäpfchen od. eine [[Warze]]</i>, Galen.
}}
}}

Revision as of 17:10, 24 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κοτυληδονώδης Medium diacritics: κοτυληδονώδης Low diacritics: κοτυληδονώδης Capitals: ΚΟΤΥΛΗΔΟΝΩΔΗΣ
Transliteration A: kotylēdonṓdēs Transliteration B: kotylēdonōdēs Transliteration C: kotylidonodis Beta Code: kotulhdonw/dhs

English (LSJ)

ες, of the nature of a κοτυληδών, warty, ἐξοχή, ἔκφυσις, Gal.2.905.

Greek (Liddell-Scott)

κοτυληδονώδης: -ες, ὅμοιος πρὸς κοτυληδόνα, ἐξοχήν, ἔκφυσιν Γαλην. 2. 905., 4. 282.

Greek Monolingual

ες (Α κοτυληδονώδης, -ώδες) κοτυληδών
1. αυτός που μοιάζει με κοτυληδόνα
2. γεμάτος κοτυληδόνες.

German (Pape)

ες, wie ein Saugnäpfchen od. eine Warze, Galen.