σκύλλα: Difference between revisions

From LSJ

πολλὰ γάρ σε θεσπἰζονθ' ὁρῶ κοὐ ψευδόφημα (Sophocles' Oedipus Coloneus 1516f.) → For I see in you much prophecy, and nothing false

Source
(CSV import)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\(=)(\w+)(\))" to "$1$2$3")
 
Line 3: Line 3:
}}
}}
{{mantoulidis
{{mantoulidis
|mantxt=(=μυθικό [[τέρας]], πού γαύγιζε σάν σκυλί). Ἀπό τό [[σκύλλω]] (=σπαράζω), ὅπου δές γιά ἄλλα παράγωγα.
|mantxt=(=μυθικό [[τέρας]], πού γαύγιζε σάν σκυλί). Ἀπό τό [[σκύλλω]] (=[[σπαράζω]]), ὅπου δές γιά ἄλλα παράγωγα.
}}
}}

Latest revision as of 12:20, 29 November 2022

Greek Monolingual

η, Ν
ζωολ. γένος σαρκοφάγων θαλάσσιων καρκινοειδών της υφομοταξίας μαλακόστρακα, τυπικός εκπρόσωπος της τάξης στοματόποδα, η οποία περιλαμβάνει περισσότερα από 250 είδη, με κύριο χαρακτηριστικό το πολύ ανεπτυγμένο δεύτερο ζεύγος ποδιών, που μοιάζουν με τα μεγάλα πρόσθια συλληπτήρια πόδια του εντόμου μάντης.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. συνδέεται με την οικογένεια του σκύλαξ (πρβλ. και σκύλιον)].

Mantoulidis Etymological

(=μυθικό τέρας, πού γαύγιζε σάν σκυλί). Ἀπό τό σκύλλω (=σπαράζω), ὅπου δές γιά ἄλλα παράγωγα.