δεικανάομαι: Difference between revisions

From LSJ

πληγέντες αὐτόχειρι σὺν μιάσματι → brothers smitten by mutual slaughter

Source
m (Text replacement - "<b class="b2">([\wÄäÖöÜüẞß]+)<\/b>" to "$1")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(elnltext.*?\]) ([a-zA-Z' ]+)(\.)\n" to "$1 $2$3 ")
 
Line 9: Line 9:
}}
}}
{{elnl
{{elnl
|elnltext=δεικανάομαι [~ δέχομαι] welkom heten.
|elnltext=δεικανάομαι [~ δέχομαι] [[welkom heten]].
}}
}}

Latest revision as of 13:46, 29 November 2022

German (Pape)

[Seite 535] begr üßen, vgl. δειδίσκομαι, δείκνυμι; Homer dreimal, in der Form δεικανόωντο: Iliad. 15, 86 οἱ δὲ ἰδόντες πάντες ἀνήιξαν, καὶ δεικανόωντο δέπασσιν. ἡ δ' ἄλλους μὲν ἔασε, Θέμιστι δὲ καλλιπαρῄῳ δέκτο δέπας , Zenodot schrieb δεικανόωντ' ἐπέεσσι. Scholl. Didym. und Aristonic.; Odyss. 18, 111 τοὶ δ' ἴσαν εἴσω ἡδὺ γελώοντες, καὶ δεικανόωντ' ἐπέεσσιν; 24. 410 παῐδες Δολίου ἀμφ' Ὀδυσῆα δεικανόωντ' ἐπέεσσι καὶ ἐν χείρεσσι φύοντο. Wenn man mit Zenodot Iliad. 15, 86 ἐπέεσσι schreibt, so ist die Verbindung überall δεικανᾶσθαι ἐπέεσσι (ν); daraus erklärt sich wohl Apollon. Lex. Homer. p. 57, 21 δεικανάασθαι· διαλόγου ἀξιοῦσθαι, – Das act. = zeigen Arat. 208; δεικανάασκεν Theocr. 24, 56.

English (Autenrieth)

(δείκνῦμι)=δειδίσκομαι. δεπάεσσιν, ἔπεσσι, Ο , Od. 24.410.

Russian (Dvoretsky)

δεικανάομαι: Hom. = δειδίσκομαι.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

δεικανάομαι [~ δέχομαι] welkom heten.