κοτυλοειδής: Difference between revisions

From LSJ

ἀλλ’ οὔτε πολλὰ τραύματ’ ἐν στέρνοις λαβὼν θνῄσκει τις, εἰ μὴ τέρμα συντρέχοι βίου, οὔτ’ ἐν στέγῃ τις ἥμενος παρ’ ἑστίᾳ φεύγει τι μᾶλλον τὸν πεπρωμένον μόρον → But a man will not die, even though he has been wounded repeatedly in the chest, should the appointed end of his life not have caught up with him; nor can one who sits beside his hearth at home escape his destined death any the more

Source
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(elnltext.*?\]) ([a-zA-Z' ]+)(\.)\n" to "$1 $2$3 ")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(elnltext.*?) (\[)([\p{Greek}]+), ([\p{Greek}]+)(\])" to "$1 [$3, $4$5")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{elnl
{{elnl
|elnltext=κοτυλοειδής -ές [κοτύλη, εἶδος] [[komvormig]].
|elnltext=κοτυλοειδής -ές [[[κοτύλη]], [[εἶδος]]] [[komvormig]].
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=ές, <i>[[pfannenförmig]]</i>, Hippocr.
|ptext=ές, <i>[[pfannenförmig]]</i>, Hippocr.
}}
}}

Revision as of 13:57, 29 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κοτυλοειδής Medium diacritics: κοτυλοειδής Low diacritics: κοτυλοειδής Capitals: ΚΟΤΥΛΟΕΙΔΗΣ
Transliteration A: kotyloeidḗs Transliteration B: kotyloeidēs Transliteration C: kotyloeidis Beta Code: kotuloeidh/s

English (LSJ)

ές, cup-shaped, χώρη Hp. Art.79.

Greek (Liddell-Scott)

κοτῠλοειδής: -ές, ἔχων σχῆμα κοτύλης, ποτηρίου, χώρη Ἱππ. π. Ἄρθρ. 838.

Greek Monolingual

-ες (Α κοτυλοειδής, -ές)
αυτός που έχει σχήμα κοτύλης, κυπέλλου, ποτηριού (α. «κοτυλοειδής κοιλότητα της λεκάνης» β. «κοτυλοειδὴς χώρη», Ιπποκρ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < κοτύλη + -ειδής].

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κοτυλοειδής -ές [κοτύλη, εἶδος] komvormig.

German (Pape)

ές, pfannenförmig, Hippocr.