ἁγεμών: Difference between revisions

From LSJ

Δεινότερον οὐδὲν ἄλλο μητρυιᾶς κακόν → Nulla est noverca pestis exitalior → Kein schlimmres Übel gibt's als eine Stiefmutter

Menander, Monostichoi, 127
m (Text replacement - "<br \/>   <b>1<\/b> (?s)(?!.*<br \/><b>)(?!.* <b>)" to "")
m (Text replacement - "(sc. " to "(''sc.'' ")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{Slater
{{Slater
|sltr=<b>ᾱγεμών</b> (-ών, -όνος, -όνα; -όνεσσι.) [[leader]], [[lord]] [[Ὀλύμπιος]] ἁγεμὼν ([[Ζεύς]]) (O. 9.57) εἰ μὴ θεὸς ἁγεμόνεσσι κυβερνατὴρ γένηται (P. 4.274) “ὑπερφιάλου ἁγεμόνος δείσαντες ὕβριν” (i. e. of [[Pelias]].) (P. 4.112) ὁ τὰν μὲν (sc. Θήβαν) παρὰ καλλιρόῳ Δίρκᾳ φιλαρμάτου πόλιος ᾤκισσεν ἁγεμόνα (I. 8.20)
|sltr=<b>ᾱγεμών</b> (-ών, -όνος, -όνα; -όνεσσι.) [[leader]], [[lord]] [[Ὀλύμπιος]] ἁγεμὼν ([[Ζεύς]]) (O. 9.57) εἰ μὴ θεὸς ἁγεμόνεσσι κυβερνατὴρ γένηται (P. 4.274) “ὑπερφιάλου ἁγεμόνος δείσαντες ὕβριν” (i. e. of [[Pelias]].) (P. 4.112) ὁ τὰν μὲν (''[[sc.]]'' Θήβαν) παρὰ καλλιρόῳ Δίρκᾳ φιλαρμάτου πόλιος ᾤκισσεν ἁγεμόνα (I. 8.20)
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''ἁγεμών:''' дор. = [[ἡγεμών]].
|elrutext='''ἁγεμών:''' дор. = [[ἡγεμών]].
}}
}}

Revision as of 11:37, 30 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἁγεμών Medium diacritics: ἁγεμών Low diacritics: αγεμών Capitals: ΑΓΕΜΩΝ
Transliteration A: hagemṓn Transliteration B: hagemōn Transliteration C: agemon Beta Code: a(gemw/n

English (LSJ)

Doric for ἡγεμών.

German (Pape)

[Seite 12] dor. für ἡγεμών, so auch ἁγεμονεύω.

French (Bailly abrégé)

dor. c. ἡγεμών.

English (Slater)

ᾱγεμών (-ών, -όνος, -όνα; -όνεσσι.) leader, lord Ὀλύμπιος ἁγεμὼν (Ζεύς) (O. 9.57) εἰ μὴ θεὸς ἁγεμόνεσσι κυβερνατὴρ γένηται (P. 4.274) “ὑπερφιάλου ἁγεμόνος δείσαντες ὕβριν” (i. e. of Pelias.) (P. 4.112) ὁ τὰν μὲν (sc. Θήβαν) παρὰ καλλιρόῳ Δίρκᾳ φιλαρμάτου πόλιος ᾤκισσεν ἁγεμόνα (I. 8.20)

Russian (Dvoretsky)

ἁγεμών: дор. = ἡγεμών.