ἀπήρινος: Difference between revisions

From LSJ

Κακὸν μέγιστον ἐν βροτοῖς ἀπληστία → Malumm est hominibus maximum immoderatio → Das größte Übel ist bei Menschen Völlerei

Menander, Monostichoi, 277
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}})" to "$1$3 $2")
m (Text replacement - "αὐτοῦ" to "αὐτοῦ")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀπήρῑνος''': -ον, ([[πηρὶν]]) [[ἄνευ]] αἰδοίου, διορθωθὲν ὑπὸ Κοραῆ ἀντὶ τῆς γραφῆς [[ἀπύρηνος]] ἐν Ἀρχεστρ. παρ’ Ἀθην. 299Α· ἴδε Κοραῆ Ἱπποκρ. περ. Ἀέρ. κτλ. (ἔκδ. Γαλλ.) τ. β΄, σ. 242 καὶ σημ. τοῦ [[αὐτοῦ]] εἰς Ξενοκρ. κ. Γαλην. περὶ τῆς ἀπὸ τῶν Ἐνύδρ. Τροφ. σ. 204.
|lstext='''ἀπήρῑνος''': -ον, ([[πηρὶν]]) [[ἄνευ]] αἰδοίου, διορθωθὲν ὑπὸ Κοραῆ ἀντὶ τῆς γραφῆς [[ἀπύρηνος]] ἐν Ἀρχεστρ. παρ’ Ἀθην. 299Α· ἴδε Κοραῆ Ἱπποκρ. περ. Ἀέρ. κτλ. (ἔκδ. Γαλλ.) τ. β΄, σ. 242 καὶ σημ. τοῦ αὐτοῦ εἰς Ξενοκρ. κ. Γαλην. περὶ τῆς ἀπὸ τῶν Ἐνύδρ. Τροφ. σ. 204.
}}
}}

Revision as of 19:35, 11 December 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπήρῑνος Medium diacritics: ἀπήρινος Low diacritics: απήρινος Capitals: ΑΠΗΡΙΝΟΣ
Transliteration A: apḗrinos Transliteration B: apērinos Transliteration C: apirinos Beta Code: a)ph/rinos

English (LSJ)

ον, (πηρίν) without scrotum, restored (for ἀπύρηνος) by Coraeës in Archestr.8.9.

Spanish (DGE)

(ἀπήρῑνος) -ον sin escroto ἰχθύς Archestr.8.9.

German (Pape)

[Seite 290] (πηρίς), ἰχθύς, ohne Geschlechtstheile, Archestrat. bei Ath. VII, 299 a, nach Cor. Conj. für ἀπύρηνος.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπήρῑνος: -ον, (πηρὶν) ἄνευ αἰδοίου, διορθωθὲν ὑπὸ Κοραῆ ἀντὶ τῆς γραφῆς ἀπύρηνος ἐν Ἀρχεστρ. παρ’ Ἀθην. 299Α· ἴδε Κοραῆ Ἱπποκρ. περ. Ἀέρ. κτλ. (ἔκδ. Γαλλ.) τ. β΄, σ. 242 καὶ σημ. τοῦ αὐτοῦ εἰς Ξενοκρ. κ. Γαλην. περὶ τῆς ἀπὸ τῶν Ἐνύδρ. Τροφ. σ. 204.