συγγραφοφύλαξ: Difference between revisions

From LSJ

Θνητὸς πεφυκὼς τοὐπίσω πειρῶ βλέπειν → Homo natus id, quod instat, ut videas, age → Als sterblich Wesen mühe dich zu seh'n, was folgt

Menander, Monostichoi, 249
m (Text replacement - "({{grml\n.*\n}})\n\1" to "$1")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)Full diacritics=(\w+)φύλαξ" to "Full diacritics=$1φῠ́λᾰξ")
Line 1: Line 1:
{{LSJ1
{{LSJ1
|Full diacritics=συγγρᾰφοφύλαξ
|Full diacritics=συγγρᾰφοφῠ́λᾰξ
|Medium diacritics=συγγραφοφύλαξ
|Medium diacritics=συγγραφοφύλαξ
|Low diacritics=συγγραφοφύλαξ
|Low diacritics=συγγραφοφύλαξ

Revision as of 20:16, 16 April 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συγγρᾰφοφῠ́λᾰξ Medium diacritics: συγγραφοφύλαξ Low diacritics: συγγραφοφύλαξ Capitals: ΣΥΓΓΡΑΦΟΦΥΛΑΞ
Transliteration A: syngraphophýlax Transliteration B: syngraphophylax Transliteration C: syggrafofylaks Beta Code: suggrafofu/lac

English (LSJ)

[ῠ], ᾰκος, ὁ, keeper of bonds or contracts, PHib. 1.84 (a).14, al. (iv/iii B.C.), PCair.Zen.265.7 (iii B.C.), OGI120 (Naukratis, ii B.C.), etc.

Greek Monolingual

-ακος, ὁ, Α
(στην Αίγυπτο) υπάλληλος αρμόδιος για τη φύλαξη συμβολαίων και άλλων εγγράφων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συγγραφή «έγγραφο, συμβόλαιο» / φύλαξ (πρβλ. σκευο-φύλαξ)].