Σιφναίος: Difference between revisions
From LSJ
ἐν ἐμοὶ αὐτῇ στήθεσι πάλλεται ἦτορ ἀνὰ στόμα → my heart beats up to my throat
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ") |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-α, -ο, Ν<br />αυτός που κατάγεται από τη Σίφνο ή αυτός που κατοικεί στο [[παραπάνω]] [[νησί]], αλλ. Σίφνιος και Σιφνιός.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[Σίφνος]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>αίος</i> ( | |mltxt=-α, -ο, Ν<br />αυτός που κατάγεται από τη Σίφνο ή αυτός που κατοικεί στο [[παραπάνω]] [[νησί]], αλλ. Σίφνιος και Σιφνιός.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[Σίφνος]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>αίος</i> ([[πρβλ]]. [[Μυτιληναίος]])]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 08:35, 8 May 2023
Greek Monolingual
-α, -ο, Ν
αυτός που κατάγεται από τη Σίφνο ή αυτός που κατοικεί στο παραπάνω νησί, αλλ. Σίφνιος και Σιφνιός.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < Σίφνος + κατάλ. -αίος (πρβλ. Μυτιληναίος)].