ονυχίτης: Difference between revisions
From LSJ
Θησαυρός ἐστι τῶν κακῶν κακὴ γυνή → Ingens mali thesaurus est mulier mala → Ein Schatz an allem Schlechten ist ein schlechtes Weib
(29) |
|||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ὀνυχίτης]], ό, θηλ. ὀνυχῑτις (Α)<br />[[είδος]] ημιπολύτιμου λίθου που μοιάζει με τον όνυχα («[[ὀνυχίτης]] [[λίθος]]»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὄνυξ]], -<i>υχος</i> (ΙΙ) <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -[[ίτης]] ( | |mltxt=[[ὀνυχίτης]], ό, θηλ. ὀνυχῑτις (Α)<br />[[είδος]] ημιπολύτιμου λίθου που μοιάζει με τον όνυχα («[[ὀνυχίτης]] [[λίθος]]»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὄνυξ]], -<i>υχος</i> (ΙΙ) <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -[[ίτης]] ([[πρβλ]]. [[ξυλίτης]])]. | ||
}} | }} |