πλουτοτραφής: Difference between revisions
From LSJ
οἴνῳ τὸν οἶνον ἐξελαύνειν → chase out the wine with wine, take a hair of the dog that bit you, try to drive out the wine with wine
m (Text replacement - "εῑς" to "εῖς") |
|||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ές, ΜΑ<br />αυτός που έχει ανατραφεί [[μέσα]] στα πλούτη (α. «τοιοῦτοι γὰρ ὡς τὰ πολλὰ oἱ πλουτοτραφεῖς», <b>Ευστ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πλοῦτος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>τραφής</i> (<span style="color: red;"><</span> συνεσταλμένη [[βαθμίδα]] <i>τραφ</i>- του [[τρέφω]]), | |mltxt=-ές, ΜΑ<br />αυτός που έχει ανατραφεί [[μέσα]] στα πλούτη (α. «τοιοῦτοι γὰρ ὡς τὰ πολλὰ oἱ πλουτοτραφεῖς», <b>Ευστ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πλοῦτος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>τραφής</i> (<span style="color: red;"><</span> συνεσταλμένη [[βαθμίδα]] <i>τραφ</i>- του [[τρέφω]]), [[πρβλ]]. [[μηροτραφής]]]. | ||
}} | }} |
Revision as of 11:10, 10 May 2023
English (LSJ)
ές, bred in riches, Eust.835.37.
Greek (Liddell-Scott)
πλουτοτρᾰφής: -ές, ἀνατεθραμμένος ἐν πλούτῳ, Εὐστ. 835. 37.
Greek Monolingual
-ές, ΜΑ
αυτός που έχει ανατραφεί μέσα στα πλούτη (α. «τοιοῦτοι γὰρ ὡς τὰ πολλὰ oἱ πλουτοτραφεῖς», Ευστ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < πλοῦτος + -τραφής (< συνεσταλμένη βαθμίδα τραφ- του τρέφω), πρβλ. μηροτραφής].