πρωτοφαής: Difference between revisions
From LSJ
εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος → in the name of the Father, and of the Son, and of the Holy Spirit
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
|||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ές, Α<br /><b>1.</b> αυτός που [[μόλις]] αρχίζει να λάμπει, να φέγγει<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «πρωτοφαὴς [[σελήνη]]» — η νέα [[σελήνη]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πρωτ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>φαής</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>φᾶος</i>), | |mltxt=-ές, Α<br /><b>1.</b> αυτός που [[μόλις]] αρχίζει να λάμπει, να φέγγει<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «πρωτοφαὴς [[σελήνη]]» — η νέα [[σελήνη]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πρωτ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>φαής</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>φᾶος</i>), [[πρβλ]]. [[χρυσοφαής]]]. | ||
}} | }} |
Revision as of 11:21, 10 May 2023
English (LSJ)
ές, first shining, σελήνη the new moon, Tryph.517, Suid. s.v. βοῦς ἕβδομος, PMag.Leid.W.7.5.
German (Pape)
[Seite 807] ές, im ersten Lichte, σελήνη, Neumond, Suid.
Greek (Liddell-Scott)
πρωτοφαής: -ές, ὁ κατὰ πρῶτον λάμπων, ὁ ἀρχίζων νὰ φέγγῃ, πρ. σελήνη, ἡ νέα σελήνη, Τρυφιόδ. (ὀρθότ. Τριφ.) 517, Σουΐδ. ἐν λέξει βοῦς ἕβδομος.
Greek Monolingual
-ές, Α
1. αυτός που μόλις αρχίζει να λάμπει, να φέγγει
2. φρ. «πρωτοφαὴς σελήνη» — η νέα σελήνη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πρωτ(ο)- + -φαής (< φᾶος), πρβλ. χρυσοφαής].