συνδετήρας: Difference between revisions

From LSJ

Γυναικὸς ἐσθλῆς ἐπιτυχεῖν οὐ ῥᾴδιον → Certe invenire feminam haud facile est bonam → Ein braves Eheweib zu finden ist nicht leicht

Menander, Monostichoi, 94
(39)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο, Ν<br /><b>1.</b> μικρό [[αντικείμενο]] ή [[οτιδήποτε]] χρησιμεύει στη [[σύνδεση]] δύο ή περισσότερων αντικειμένων [[μεταξύ]] τους<br /><b>2.</b> <b>ναυτ.</b> [[εξάρτημα]] που μοιάζει με κρίκο και συνδέει [[μεταξύ]] τους δύο διαδοχικά τμήματα της αλυσίδας της άγκυρας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[συνδέω]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>τήρας</i> (<b>πρβλ.</b> <i>κινη</i>-<i>τήρας</i>)].
|mltxt=ο, Ν<br /><b>1.</b> μικρό [[αντικείμενο]] ή [[οτιδήποτε]] χρησιμεύει στη [[σύνδεση]] δύο ή περισσότερων αντικειμένων [[μεταξύ]] τους<br /><b>2.</b> <b>ναυτ.</b> [[εξάρτημα]] που μοιάζει με κρίκο και συνδέει [[μεταξύ]] τους δύο διαδοχικά τμήματα της αλυσίδας της άγκυρας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[συνδέω]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>τήρας</i> ([[πρβλ]]. [[κινητήρας]])].
}}
}}

Latest revision as of 16:25, 11 May 2023

Greek Monolingual

ο, Ν
1. μικρό αντικείμενο ή οτιδήποτε χρησιμεύει στη σύνδεση δύο ή περισσότερων αντικειμένων μεταξύ τους
2. ναυτ. εξάρτημα που μοιάζει με κρίκο και συνδέει μεταξύ τους δύο διαδοχικά τμήματα της αλυσίδας της άγκυρας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συνδέω + επίθημα -τήρας (πρβλ. κινητήρας)].