ῥοδόσφυρος: Difference between revisions
From LSJ
Γῆ πάντα τίκτει καὶ πάλιν κομίζεται → Tellus ut edit, ita resorbet omnia → Die Erde alles gebiert und wieder in sich birgt
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
|||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ον, Α<br />αυτός που έχει ρόδινα σφυρά, ρόδινους αστραγάλους (α. «[[ῥοδόσφυρος]] Ἠριγένεια», Κόιντ<br />β. «ῥοδόσφυροι Χάριτες», πάπ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ῥόδον]] <span style="color: red;">+</span> [[σφυρόν]] «[[αστράγαλος]]» ( | |mltxt=-ον, Α<br />αυτός που έχει ρόδινα σφυρά, ρόδινους αστραγάλους (α. «[[ῥοδόσφυρος]] Ἠριγένεια», Κόιντ<br />β. «ῥοδόσφυροι Χάριτες», πάπ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ῥόδον]] <span style="color: red;">+</span> [[σφυρόν]] «[[αστράγαλος]]» ([[πρβλ]]. [[λευκόσφυρος]])]. | ||
}} | }} |
Revision as of 12:50, 16 May 2023
English (LSJ)
ον, rosy-ankled, Q.S.1.138; Χάριτες Him.Or.1.19; Ἀντολίη PMag.Berol.2.93.
German (Pape)
[Seite 847] mit rosigen Knöcheln, Füßen, rosenfüßig; Christod. ecphr. 160; Qu. Sm. 1, 137.
Greek (Liddell-Scott)
ῥοδόσφῠρος: -ον, ὁ ἔχων σφυρὰ ῥοδόχροα, ἀλλ’ ὅτε δὴ ῥ’ ἐπόρουσε ῥοδόσφυρος Ἠριγένεια Κόϊντ. Σμ. 1. 138, Χριστοδ. Ἔκφρ. 160.
Greek Monolingual
-ον, Α
αυτός που έχει ρόδινα σφυρά, ρόδινους αστραγάλους (α. «ῥοδόσφυρος Ἠριγένεια», Κόιντ
β. «ῥοδόσφυροι Χάριτες», πάπ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ῥόδον + σφυρόν «αστράγαλος» (πρβλ. λευκόσφυρος)].