κατωνάκη: Difference between revisions

From LSJ

ἅτε γὰρ ἐννάλιον πόνον ἐχοίσας βαθύν σκευᾶς ἑτέρας, ἀβάπτιστος εἶμι φελλὸς ὣς ὑπὲρ ἕρκος ἅλμας → for just as when the rest of the tackle labors in the depths of the sea, like a cork I shall go undipped over the surface of the brine | as when the other part of the tackle is laboring deep in the sea, I go unsoaked like a cork above the surface of the sea

Source
(13_2)
(6_14)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1407.png Seite 1407]] ἡ, ein Sklavenkleid, das unten einen Vorstoß von Schaaffell hat ([[νάκος]]), Ar. Lys. 1150 Eccl. 721. Bei Suid. auch κατωνάκης, ὁ.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1407.png Seite 1407]] ἡ, ein Sklavenkleid, das unten einen Vorstoß von Schaaffell hat ([[νάκος]]), Ar. Lys. 1150 Eccl. 721. Bei Suid. auch κατωνάκης, ὁ.
}}
{{ls
|lstext='''κατωνάκη''': νᾰ, ἡ, ἔνδυμά τι εὐτελὲς ἔχον ἐκ τῶν [[κάτω]] μερῶν [[νάκος]] (διφθέραν) περιερραμμένον φερόμενον ὑπὸ δούλων καὶ ἐργατῶν, «δοκοῦσι δὲ τοῦτο ἀμφιέσασθαι Ἀθηναῖοι τῶν περὶ Πεισίστρατον τυράννων ἐπαναγκασάντων, ἵνα ὑπὸ εὐτελείας μὴ κατίωσιν εἰς τὸ ἄστυ οἱ πολῖται» Ἡσύχ., Ἀριστοφ. Λυσ. 1151, Ἐκκλ. 724. πρβλ. Βεκκῆρ. εἰς Χαρικλ. 442· «χιτὼν δουλικὸς καὶ [[ἀνελεύθερος]]» Σουΐδ. [[Πολυδ]]. Ζ΄ 68.
}}
}}

Revision as of 10:52, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κατωνάκη Medium diacritics: κατωνάκη Low diacritics: κατωνάκη Capitals: ΚΑΤΩΝΑΚΗ
Transliteration A: katōnákē Transliteration B: katōnakē Transliteration C: katonaki Beta Code: katwna/kh

English (LSJ)

[νᾰ], ἡ,

   A coarse frock with a border of sheepskin (νάκος), worn by slaves and labourers, Ar.Lys.1151, Ec.724, Theopomp.Com. 99.

German (Pape)

[Seite 1407] ἡ, ein Sklavenkleid, das unten einen Vorstoß von Schaaffell hat (νάκος), Ar. Lys. 1150 Eccl. 721. Bei Suid. auch κατωνάκης, ὁ.

Greek (Liddell-Scott)

κατωνάκη: νᾰ, ἡ, ἔνδυμά τι εὐτελὲς ἔχον ἐκ τῶν κάτω μερῶν νάκος (διφθέραν) περιερραμμένον φερόμενον ὑπὸ δούλων καὶ ἐργατῶν, «δοκοῦσι δὲ τοῦτο ἀμφιέσασθαι Ἀθηναῖοι τῶν περὶ Πεισίστρατον τυράννων ἐπαναγκασάντων, ἵνα ὑπὸ εὐτελείας μὴ κατίωσιν εἰς τὸ ἄστυ οἱ πολῖται» Ἡσύχ., Ἀριστοφ. Λυσ. 1151, Ἐκκλ. 724. πρβλ. Βεκκῆρ. εἰς Χαρικλ. 442· «χιτὼν δουλικὸς καὶ ἀνελεύθερος» Σουΐδ. Πολυδ. Ζ΄ 68.