προσφθεγκτός: Difference between revisions
From LSJ
Βραδὺς πρὸς ὀργὴν ἐγκρατὴς φέρειν γενοῦ → Ad iram tardus devita impotentiam → Sei zögerlich im Zorn, ertrage ihn mit Macht
(13_2) |
(6_6) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0786.png Seite 786]] angeredet, οὐδὲ σοῦ φωνῆς ἔτι γενήσομαι [[προσφθεγκτός]], Soph. Phil. 1056. In dor. Form, ποτιφθεγκτά, Anyte 16 (VII, 649), anredend. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0786.png Seite 786]] angeredet, οὐδὲ σοῦ φωνῆς ἔτι γενήσομαι [[προσφθεγκτός]], Soph. Phil. 1056. In dor. Form, ποτιφθεγκτά, Anyte 16 (VII, 649), anredend. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''προσφθεγκτός''': Δωρ. ποτιφθ-, ον, ὁ προσφθεγγόμενος, προσφωνούμενος, χαιρετιζόμενος, σοῦ φωνῆς, διὰ τῆς φωνῆς σου, Σοφ. Φιλ. 1067. ΙΙ. ἐνεργ., χαιρετίζων, Ἀνθ. Π. 7. 649. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:00, 5 August 2017
English (LSJ)
ή, όν, Dor. ποτιφθ-,
A addressed, saluted, σοῦ φωνῆς by thy voice, S.Ph.1067, cf. AP7.649 (Anyt.).
German (Pape)
[Seite 786] angeredet, οὐδὲ σοῦ φωνῆς ἔτι γενήσομαι προσφθεγκτός, Soph. Phil. 1056. In dor. Form, ποτιφθεγκτά, Anyte 16 (VII, 649), anredend.
Greek (Liddell-Scott)
προσφθεγκτός: Δωρ. ποτιφθ-, ον, ὁ προσφθεγγόμενος, προσφωνούμενος, χαιρετιζόμενος, σοῦ φωνῆς, διὰ τῆς φωνῆς σου, Σοφ. Φιλ. 1067. ΙΙ. ἐνεργ., χαιρετίζων, Ἀνθ. Π. 7. 649.