ἰσημερία: Difference between revisions
From LSJ
Νέµουσι δ' οἴκους καὶ τὰ ναυστολούµενα ἔσω δόµων σῴζουσιν, οὐδ' ἐρηµίᾳ γυναικὸς οἶκος εὐπινὴς οὐδ' ὄλβιος → They manage households, and save what is brought by sea within the home, and no house deprived of a woman can be tidy and prosperous
(13_2) |
(6_10) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1263.png Seite 1263]] ἡ, Tag- u. Nachtgleiche, Plat. Ax. 370 b; ἐαρινή, Frühlings-, Arist. H. A. 6, 17, φθινοπωρινή, Herbst-, ib. 8, 12; Sp. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1263.png Seite 1263]] ἡ, Tag- u. Nachtgleiche, Plat. Ax. 370 b; ἐαρινή, Frühlings-, Arist. H. A. 6, 17, φθινοπωρινή, Herbst-, ib. 8, 12; Sp. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἰσημερία''': ἡ, ἡ ὥρα τοῦ ἔτους καθ’ ἣν ἡ [[ἡμέρα]] [[εἶναι]] ἴση μὲ τὴν νύκτα, ἰσ. ἐαρινὴ καὶ μετοπωρινὴ ἢ φθινοπωρινὴ Ἀριστ. Μετεωρ. 2. 6, 16, π. τὰ Ζ. Ἱστ. 6. 17, 5, πρβλ. Ἱππ. π. Ἀέρ. 288· ἴδε [[ἰσαμέριος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:07, 5 August 2017
English (LSJ)
ἡ,
A equinox, ἰ. ἐαρινή, μετοπωρινή, ὀπωρινή, Arist.Mete.364b1,2,371b30; φθινοπωρινή Id.HA570b14, etc.: in pl., Hp.Aër.11, Pl.Ax.370c, Porph.Antr. 24.
German (Pape)
[Seite 1263] ἡ, Tag- u. Nachtgleiche, Plat. Ax. 370 b; ἐαρινή, Frühlings-, Arist. H. A. 6, 17, φθινοπωρινή, Herbst-, ib. 8, 12; Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἰσημερία: ἡ, ἡ ὥρα τοῦ ἔτους καθ’ ἣν ἡ ἡμέρα εἶναι ἴση μὲ τὴν νύκτα, ἰσ. ἐαρινὴ καὶ μετοπωρινὴ ἢ φθινοπωρινὴ Ἀριστ. Μετεωρ. 2. 6, 16, π. τὰ Ζ. Ἱστ. 6. 17, 5, πρβλ. Ἱππ. π. Ἀέρ. 288· ἴδε ἰσαμέριος.