ἵκτης: Difference between revisions
From LSJ
Ζῆν οὐκ ἄξιος, ὅτῳ μηδὲ εἷς ἐστι χρηστὸς φίλος → Life is not worth living if you do not have at least one friend.
(c1) |
(6_19) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1250.png Seite 1250]] ὁ, der Schutzflehende, Hesych. Bei Schol. Od. 17, 352 ἴκτης. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1250.png Seite 1250]] ὁ, der Schutzflehende, Hesych. Bei Schol. Od. 17, 352 ἴκτης. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἵκτης''': -ου, ὁ, = [[ἱκέτης]], [[πτωχός]], κτλ., Ἡσύχ., Θεογνώστου Καν. σ. 15. 33· εὕρηται δὲ καὶ ἐν Λυκόφρ. 763 ([[ἄχλαινος]], [[ἵκτης]], κτλ.)· [[ἴσως]] λοιπὸν [[ἀναγνωστέον]] ἵκτιδες ἀντὶ ἱκέτιδες, [[αὐτόθι]] 1162. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:41, 5 August 2017
English (LSJ)
ου, ὁ,= ἱκέτης, Lyc.763, Hsch., Theognost. Can.15.
German (Pape)
[Seite 1250] ὁ, der Schutzflehende, Hesych. Bei Schol. Od. 17, 352 ἴκτης.
Greek (Liddell-Scott)
ἵκτης: -ου, ὁ, = ἱκέτης, πτωχός, κτλ., Ἡσύχ., Θεογνώστου Καν. σ. 15. 33· εὕρηται δὲ καὶ ἐν Λυκόφρ. 763 (ἄχλαινος, ἵκτης, κτλ.)· ἴσως λοιπὸν ἀναγνωστέον ἵκτιδες ἀντὶ ἱκέτιδες, αὐτόθι 1162.