ἐκλεικτόν: Difference between revisions

From LSJ

καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?

Source
(5)
 
(6_21)
Line 9: Line 9:
|Beta Code=e)kleikto/n
|Beta Code=e)kleikto/n
|Definition=τό, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> = [[ἔκλειγμα]], Hp.l.c., Dsc.4.185.</span>
|Definition=τό, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> = [[ἔκλειγμα]], Hp.l.c., Dsc.4.185.</span>
}}
{{ls
|lstext='''ἐκλεικτόν''': τό, [[φάρμακον]] [[ὅπερ]] δύναταί τις νὰ λείχῃ, ἢ [[ὅπερ]] τιθέμενον εἰς τὸ [[στόμα]] διαλύεται, «ματζοῦνι», Λατ. ecligma, electuarium, Ἱππ. 401. 45, Διοσκ. 2. 125· - ἐκλεικτικός, ή, όν, ὁ χρησιμεύων ὡς [[ἐκλεικτόν]], Ἱππ. 401. 41· - [[ὡσαύτως]] ἔκλειγμα, τό, Ἀρετ. Ὀξ. Νούσ. Θεραπευτ. 1. 5, κτλ.
}}
}}

Revision as of 11:42, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐκλεικτόν Medium diacritics: ἐκλεικτόν Low diacritics: εκλεικτόν Capitals: ΕΚΛΕΙΚΤΟΝ
Transliteration A: ekleiktón Transliteration B: ekleikton Transliteration C: ekleikton Beta Code: e)kleikto/n

English (LSJ)

τό,

   A = ἔκλειγμα, Hp.l.c., Dsc.4.185.

Greek (Liddell-Scott)

ἐκλεικτόν: τό, φάρμακον ὅπερ δύναταί τις νὰ λείχῃ, ἢ ὅπερ τιθέμενον εἰς τὸ στόμα διαλύεται, «ματζοῦνι», Λατ. ecligma, electuarium, Ἱππ. 401. 45, Διοσκ. 2. 125· - ἐκλεικτικός, ή, όν, ὁ χρησιμεύων ὡς ἐκλεικτόν, Ἱππ. 401. 41· - ὡσαύτως ἔκλειγμα, τό, Ἀρετ. Ὀξ. Νούσ. Θεραπευτ. 1. 5, κτλ.