πιλόω: Difference between revisions

From LSJ

Μί' ἐστὶν ἀρετὴ τἄτοπον φεύγειν ἀεί → Numquam non fugere inepta , et hoc virtutis est → Die einzge Tugend: meiden, was abwegig ist

Menander, Monostichoi, 339
(6_2)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πῑλόω''': [[πιλέω]], ἐπὶ τῆς ἐνεργείας τοῦ ψύχους, [[συστέλλω]], [[μανόω]], ὁ χειμὼν πιλώσας τὰς ῥίζας Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 3. 23, 5, πρβλ. 1. 12, 3, κτλ. ― Παθ., νέφη ἐκ τῶν ἀτμῶν πιλοῦσθαι Δημόκρ. παρὰ Πλουτ. 2. 898Α.
|lstext='''πῑλόω''': [[πιλέω]], ἐπὶ τῆς ἐνεργείας τοῦ ψύχους, [[συστέλλω]], [[μανόω]], ὁ χειμὼν πιλώσας τὰς ῥίζας Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 3. 23, 5, πρβλ. 1. 12, 3, κτλ. ― Παθ., νέφη ἐκ τῶν ἀτμῶν πιλοῦσθαι Δημόκρ. παρὰ Πλουτ. 2. 898Α.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br /><i>c.</i> [[πιλέω]].
}}
}}

Revision as of 19:39, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πῑλόω Medium diacritics: πιλόω Low diacritics: πιλόω Capitals: ΠΙΛΟΩ
Transliteration A: pilóō Transliteration B: piloō Transliteration C: piloo Beta Code: pilo/w

English (LSJ)

=πιλέω, of the effect of cold,

   A contract, opp. μανόω, ὁ χειμὼν πιλώσας τὰς ῥίζας Thphr.CP

German (Pape)

[Seite 615] = πιλέω, Theophr. u. Sp.; Eubul. bei Ath. II, 65 c, πλεκτάνας.

Greek (Liddell-Scott)

πῑλόω: πιλέω, ἐπὶ τῆς ἐνεργείας τοῦ ψύχους, συστέλλω, μανόω, ὁ χειμὼν πιλώσας τὰς ῥίζας Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 3. 23, 5, πρβλ. 1. 12, 3, κτλ. ― Παθ., νέφη ἐκ τῶν ἀτμῶν πιλοῦσθαι Δημόκρ. παρὰ Πλουτ. 2. 898Α.

French (Bailly abrégé)

-ῶ :
c. πιλέω.