ἀντίθετος: Difference between revisions

From LSJ

Ἐφόδιον εἰς τὸ γῆρας αἰεὶ κατατίθου → Bonum senectae compara viaticumWegzehrung für das Alter sorge stets dir vor

Menander, Monostichoi, 154
(6_15)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀντίθετος''': -ον, ([[ἀντιτίθημι]]), [[ἐναντίος]], ἀντίθετον εἰπὼν οὐδὲν Τιμοκλ. ἐν «Ἥρωσιν» 1· φύσιν ἔχειν ἀντ. [[πρός]] τι Πλούτ. 2. 672Β· ἀρεταῖς κακίαι ἀντ. Σέξτ. Ἐμπ. Μ. 9. 156. 2) ἀντίθετον, τό, [[ἀντίθεσις]], Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 300 Β, Ἀριστ. Ρητ. πρὸς Ἀλέξ. 27. 1.
|lstext='''ἀντίθετος''': -ον, ([[ἀντιτίθημι]]), [[ἐναντίος]], ἀντίθετον εἰπὼν οὐδὲν Τιμοκλ. ἐν «Ἥρωσιν» 1· φύσιν ἔχειν ἀντ. [[πρός]] τι Πλούτ. 2. 672Β· ἀρεταῖς κακίαι ἀντ. Σέξτ. Ἐμπ. Μ. 9. 156. 2) ἀντίθετον, τό, [[ἀντίθεσις]], Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 300 Β, Ἀριστ. Ρητ. πρὸς Ἀλέξ. 27. 1.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />opposé.<br />'''Étymologie:''' [[ἀντιτίθημι]].
}}
}}

Revision as of 19:42, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντίθετος Medium diacritics: ἀντίθετος Low diacritics: αντίθετος Capitals: ΑΝΤΙΘΕΤΟΣ
Transliteration A: antíthetos Transliteration B: antithetos Transliteration C: antithetos Beta Code: a)nti/qetos

English (LSJ)

ον,

   A opposed, antithetic, ἀ. εἰπὼν οὐδέν Timoel. 127; φύσιν ἔχειν ἀ. πρός τι Plu.2.672c; ἀρεταῖς κακίαι ἀ. S.E.M.9.156, cf. Plot.2.5.2, Phld.Ir.p.87 W.: c.gen., inconsistent with, PTeb.24.63. Adv. ἀντί-τως, συζυγεῖν Plu.2.1022e, cf. Demetr.Eloc.24; ἀ. ἔχειν, of bones in arm, Heliod. ap. Orib.44.23.27; ἀ. ἀντικεῖσθαι, of ὑγίεια and νόσος, opp. ἀντιφατικῶς, Alex.Aphr. in Top.580.1.    2=διάμετρος, Vett.Val.340.23.    3 ἀ. ψᾶφος blackball, GDI4p.1204 (Itanos).    4 ἀντίθετον, τό, antithesis, Ar.Fr.326, Arist.Rh.Al.1435b26, Aeschin. 2.4.

German (Pape)

[Seite 252] entgegengesetzt, entgegenstehend, Plut. u. bes. Gramm.; τὸ ἀντίθετον, der Gegensatz, Arist. rhet. Al. 27; Plut. Auch adv. ἀντιθέτως, Plut. de an. procr. 20.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντίθετος: -ον, (ἀντιτίθημι), ἐναντίος, ἀντίθετον εἰπὼν οὐδὲν Τιμοκλ. ἐν «Ἥρωσιν» 1· φύσιν ἔχειν ἀντ. πρός τι Πλούτ. 2. 672Β· ἀρεταῖς κακίαι ἀντ. Σέξτ. Ἐμπ. Μ. 9. 156. 2) ἀντίθετον, τό, ἀντίθεσις, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 300 Β, Ἀριστ. Ρητ. πρὸς Ἀλέξ. 27. 1.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
opposé.
Étymologie: ἀντιτίθημι.