ἀντιμεθέλκω: Difference between revisions
From LSJ
ὁ ναύτης ὁ ἐν τῇ νηῒ μένων βούλεται τοὺς τέτταρας φίλους ἰδεῖν → the sailor staying on the ship wants to see his four friends
(6_1) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀντιμεθέλκω''': [[ἕλκω]], [[σύρω]] πρὸς ἀντιθέτους διευθύνσεις, τὰν ὀλοὰν Μήδειαν ὅτ’ ἔγραφε Τιμομάχου [[χείρ]], ζάλῳ καὶ τέκνοις ἀντιμεθελκομέναν Ἀνθ. Πλαν. 136, 139, ἐν τῷ παθ., τῇ καὶ τῇ θαμινῶς ἀντιμεθελκόμενος Ἀνθ. Π. 10. 74. | |lstext='''ἀντιμεθέλκω''': [[ἕλκω]], [[σύρω]] πρὸς ἀντιθέτους διευθύνσεις, τὰν ὀλοὰν Μήδειαν ὅτ’ ἔγραφε Τιμομάχου [[χείρ]], ζάλῳ καὶ τέκνοις ἀντιμεθελκομέναν Ἀνθ. Πλαν. 136, 139, ἐν τῷ παθ., τῇ καὶ τῇ θαμινῶς ἀντιμεθελκόμενος Ἀνθ. Π. 10. 74. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=tirer en sens contraire(s).<br />'''Étymologie:''' [[ἀντί]], [[μεθέλκω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:42, 9 August 2017
English (LSJ)
A drag different ways, distract, τὰ -οντα πράγματα Ph. 1.231, cf. APl.4.136 (Antiphil.), 139 (Jul. Aegypt.), in Pass.; τῇ καὶ τῇ AP10.74 (Paul. Sil.).
German (Pape)
[Seite 255] nach entgegengesetzten Seiten hinziehen, ζάλῳ καὶ τέκνοις ἀντιμεθελκομένα Μήδεια Antiphil. 20 (Plan. 136); vgl. Iul. Aeg. 29 (Plan. 139); Paul. Sil. 71 (X, 74).
Greek (Liddell-Scott)
ἀντιμεθέλκω: ἕλκω, σύρω πρὸς ἀντιθέτους διευθύνσεις, τὰν ὀλοὰν Μήδειαν ὅτ’ ἔγραφε Τιμομάχου χείρ, ζάλῳ καὶ τέκνοις ἀντιμεθελκομέναν Ἀνθ. Πλαν. 136, 139, ἐν τῷ παθ., τῇ καὶ τῇ θαμινῶς ἀντιμεθελκόμενος Ἀνθ. Π. 10. 74.