βαρβαριστί: Difference between revisions

From LSJ

Θνητὸς πεφυκὼς τοὐπίσω πειρῶ βλέπειν → Homo natus id, quod instat, ut videas, age → Als sterblich Wesen mühe dich zu seh'n, was folgt

Menander, Monostichoi, 249
(6_7)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''βαρβᾰριστί''': ἐπίρρ., κατὰ βαρβαρικὸν τρόπον, ἐπορχεῖσθαι Πλούτ. 2. 336C. II. μὲ βαρβαρικήν, [[ἤτοι]] ξένην γλῶσσαν, κεκράξονται β. (Περσιστί), Ἀριστοφ. Ἀπόσμ. 45· ἀξύνετα βαρβαριστὶ παρακαλούντων Ἀππ. Μίθρ. 50.
|lstext='''βαρβᾰριστί''': ἐπίρρ., κατὰ βαρβαρικὸν τρόπον, ἐπορχεῖσθαι Πλούτ. 2. 336C. II. μὲ βαρβαρικήν, [[ἤτοι]] ξένην γλῶσσαν, κεκράξονται β. (Περσιστί), Ἀριστοφ. Ἀπόσμ. 45· ἀξύνετα βαρβαριστὶ παρακαλούντων Ἀππ. Μίθρ. 50.
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br />à la façon des barbares.<br />'''Étymologie:''' [[βαρβαρίζω]].
}}
}}

Revision as of 19:50, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: βαρβᾰριστί Medium diacritics: βαρβαριστί Low diacritics: βαρβαριστί Capitals: ΒΑΡΒΑΡΙΣΤΙ
Transliteration A: barbaristí Transliteration B: barbaristi Transliteration C: varvaristi Beta Code: barbaristi/

English (LSJ)

Adv.

   A in barbarous fashion, Plu.2.336c.    II in barbarian or foreign language, κεκράξονται β. Ar.Fr.79; ἀξύνετα βαρβαριστὶ παρακαλούντων App.Mith.50, cf. A.D.Adv.162.5.

German (Pape)

[Seite 432] auf barbarisch, in ausländischer Sprache, bes. persisch, Ar. frg. bei Phot.; Plut. u. a. Sp., wie App. Mithr. 50.

Greek (Liddell-Scott)

βαρβᾰριστί: ἐπίρρ., κατὰ βαρβαρικὸν τρόπον, ἐπορχεῖσθαι Πλούτ. 2. 336C. II. μὲ βαρβαρικήν, ἤτοι ξένην γλῶσσαν, κεκράξονται β. (Περσιστί), Ἀριστοφ. Ἀπόσμ. 45· ἀξύνετα βαρβαριστὶ παρακαλούντων Ἀππ. Μίθρ. 50.

French (Bailly abrégé)

adv.
à la façon des barbares.
Étymologie: βαρβαρίζω.