διάφωνος: Difference between revisions

From LSJ

Εὐνοῦχος ἄλλο θηρίον τῶν ἐν βίῳ → Eunuchus, alia vitam spurcans bestia → Ein weitres Lebensungetüm ist der Eunuch

Menander, Monostichoi, 185
(6_17)
(Bailly1_2)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''διάφωνος''': -ον, ὁ [[παράφωνος]], παραφωνίαν ἀποτελῶν, Διόδ. 4. 55· τινι Λουκ. Κυν. 16· διάφωνον ἕλκειν, [[μουσικὴ]] [[φράσις]], Δαμόξ. Συντρ. 2. 61.- Ἐπίρρ. -ως, Κλήμ. Ἀλ. 404.
|lstext='''διάφωνος''': -ον, ὁ [[παράφωνος]], παραφωνίαν ἀποτελῶν, Διόδ. 4. 55· τινι Λουκ. Κυν. 16· διάφωνον ἕλκειν, [[μουσικὴ]] [[φράσις]], Δαμόξ. Συντρ. 2. 61.- Ἐπίρρ. -ως, Κλήμ. Ἀλ. 404.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />discordant ; τινι qui ne s’accorde pas avec.<br />'''Étymologie:''' [[διά]], [[φωνή]].
}}
}}

Revision as of 19:51, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διάφωνος Medium diacritics: διάφωνος Low diacritics: διάφωνος Capitals: ΔΙΑΦΩΝΟΣ
Transliteration A: diáphōnos Transliteration B: diaphōnos Transliteration C: diafonos Beta Code: dia/fwnos

English (LSJ)

ον,

   A discordant, inconsistent, ἱστορίαι D.S.4.55, cf. Plu.2.1039d, etc.; τινί with one, Luc.Cyn.16; esp. in Music, διάφωνον ἕλκειν strike a false note, Damox.2.61, cf. Hp.Vict.1.18 (metaph. of tastes), etc.; opp. σύμφωνος, Euc.Sect.Can.Praef., Theo Sm.p.49H. Adv. -νως Plu.2.1137c: c.dat., S.E.M.7.170: metaph., δ. ἵστασθαι πρός τινα Phld.Rh.1.90S.

Greek (Liddell-Scott)

διάφωνος: -ον, ὁ παράφωνος, παραφωνίαν ἀποτελῶν, Διόδ. 4. 55· τινι Λουκ. Κυν. 16· διάφωνον ἕλκειν, μουσικὴ φράσις, Δαμόξ. Συντρ. 2. 61.- Ἐπίρρ. -ως, Κλήμ. Ἀλ. 404.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
discordant ; τινι qui ne s’accorde pas avec.
Étymologie: διά, φωνή.