Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

Ἑλικώνιος: Difference between revisions

From LSJ

Ἐπ' ἀνδρὶ δυστυχοῦντι μὴ πλάσῃς κακόν → Miseri miseriae ne quid affingas mali → Vermehre nicht dem Unglücksraben noch sein Leid

Menander, Monostichoi, 145
(6_4)
(Bailly1_2)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''Ἑλῐκώνιος''': -α, -ον, τοῦ Ἑλικῶνος, Ἑλικώνιαι παρθένοι, αἱ Μοῦσαι, Πινδ. Ι. 7. (8), 127. ΙΙ. ἐπίθ. τοῦ Ποσειδῶνος, Ἑλικώνιον ἀμφὶ ἄνακτα Ἰλ. Υ. 404, κατὰ τοὺς ἀρχαίους ἑρμηνευτὰς ἀπὸ τῆς ἐν Ἀρχαίᾳ Ἑλίκης, [[ἔνθα]] ἰδιαιτέρως ἐτιμᾶτο, Ἰλ. Θ. 203· ἀλλ’ ἴδε Ὕμν. Ὁμ. 21. 3.
|lstext='''Ἑλῐκώνιος''': -α, -ον, τοῦ Ἑλικῶνος, Ἑλικώνιαι παρθένοι, αἱ Μοῦσαι, Πινδ. Ι. 7. (8), 127. ΙΙ. ἐπίθ. τοῦ Ποσειδῶνος, Ἑλικώνιον ἀμφὶ ἄνακτα Ἰλ. Υ. 404, κατὰ τοὺς ἀρχαίους ἑρμηνευτὰς ἀπὸ τῆς ἐν Ἀρχαίᾳ Ἑλίκης, [[ἔνθα]] ἰδιαιτέρως ἐτιμᾶτο, Ἰλ. Θ. 203· ἀλλ’ ἴδε Ὕμν. Ὁμ. 21. 3.
}}
{{bailly
|btext=<span class="bld">1</span>α, ον :<br />de l’Hélicon.<br />'''Étymologie:''' [[Ἑλικών]].<br /><span class="bld">2</span>α, ον :<br />d’Hélikè, <i>en Achaïe</i>.<br />'''Étymologie:''' -.
}}
}}

Revision as of 19:54, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Ἑλῐκώνιος Medium diacritics: Ἑλικώνιος Low diacritics: Ελικώνιος Capitals: ΕΛΙΚΩΝΙΟΣ
Transliteration A: Helikṓnios Transliteration B: Helikōnios Transliteration C: Elikonios Beta Code: *(elikw/nios

English (LSJ)

α, ον,

   A Heliconian, of Helicon, παρθένοι Pi.I.8(7).63.    II title of Poseidon, Ἑ. ἄναξ Il.20.404: acc. to Sch., from Helice in Achaia, where he was especially honoured, 8.203 (but cf. Aristarch. ap.EM547.16, h.Hom.22.3).

Greek (Liddell-Scott)

Ἑλῐκώνιος: -α, -ον, τοῦ Ἑλικῶνος, Ἑλικώνιαι παρθένοι, αἱ Μοῦσαι, Πινδ. Ι. 7. (8), 127. ΙΙ. ἐπίθ. τοῦ Ποσειδῶνος, Ἑλικώνιον ἀμφὶ ἄνακτα Ἰλ. Υ. 404, κατὰ τοὺς ἀρχαίους ἑρμηνευτὰς ἀπὸ τῆς ἐν Ἀρχαίᾳ Ἑλίκης, ἔνθα ἰδιαιτέρως ἐτιμᾶτο, Ἰλ. Θ. 203· ἀλλ’ ἴδε Ὕμν. Ὁμ. 21. 3.

French (Bailly abrégé)

1α, ον :
de l’Hélicon.
Étymologie: Ἑλικών.
2α, ον :
d’Hélikè, en Achaïe.
Étymologie: -.