ἑλκεχίτων: Difference between revisions
From LSJ
Ξενίας ἀεὶ φρόντιζε, μὴ καθυστέρει → Cura hospitalis esse nec in hoc sis piger → Sei stets auf Gastfreundschaft bedacht und säume nicht
(6_12) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἑλκεχίτων''': ῑ, ωνος, ὁ, ὁ ἕλκων τὸν χιτῶνα, ὁ φορῶν μακρὸν χιτῶνα, ἐπίθ. τῶν Ἰώνων, [[Ἰάονες]] ἑλκεχίτωνες Ἰλ. Ν. 685· πρβλ. [[ποδήρης]]. | |lstext='''ἑλκεχίτων''': ῑ, ωνος, ὁ, ὁ ἕλκων τὸν χιτῶνα, ὁ φορῶν μακρὸν χιτῶνα, ἐπίθ. τῶν Ἰώνων, [[Ἰάονες]] ἑλκεχίτωνες Ἰλ. Ν. 685· πρβλ. [[ποδήρης]]. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ωνος (ὁ, ἡ)<br />à la tunique traînante.<br />'''Étymologie:''' [[ἕλκω]], [[χιτών]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:56, 9 August 2017
English (LSJ)
[ῐ], ωνος, ὁ,
A trailing the tunic, with a long tunic, epith. of the Ionians, Il.13.685, h.Ap.147.
German (Pape)
[Seite 798] ωνος, ὁ, mit langem, nachschleppendem Rocke, Ionier, Il. 13, 685; h. Apoll. 147.
Greek (Liddell-Scott)
ἑλκεχίτων: ῑ, ωνος, ὁ, ὁ ἕλκων τὸν χιτῶνα, ὁ φορῶν μακρὸν χιτῶνα, ἐπίθ. τῶν Ἰώνων, Ἰάονες ἑλκεχίτωνες Ἰλ. Ν. 685· πρβλ. ποδήρης.